Λένε πως ο μόνος τρόπος για να αποκομίσεις μια ασφαλή, πραγματική εικόνα από ένα ελληνικό νησί, πρέπει, για πρώτη φορά, να το επισκεφθείς χειμώνα. Αυτή την εποχή ο κοινωνικός του ιστός δεν ταράζεται από επισκέπτες των ολίγων ημερών, το βασικό του χρώμα δεν αλλοιώνεται από εισαγόμενες πινελιές, τα έθιμά του δεν μεταλλάσσονται σε τουριστικές ατραξιόν, οι δεσμοί του με την κεντρική εξουσία δεν «εκβιάζονται» από την επιβεβλημένη εκ του εθνικού κεφαλαίου «τουρισμός», έξωθεν καλή μαρτυρία…
Η αλήθεια είναι πως σε αντίθεση με την ορεινή ηπειρωτική Ελλάδα, της οποίας πολλές γωνιές αποτελούν δημοφιλείς χειμωνιάτικους προορισμούς, ο χειμώνας στο ελληνικό νησιωτικό τοπίο είναι συνυφασμένος με ερημιά και μελαγχολία. Ίσως επειδή στην πλειονότητα των νησιών μας, ο τουρισμός έχει αναδειχθεί σε τομέα κύριας απασχόλησης και συνεπώς, το χειμώνα ο ντόπιος πληθυσμός γεμίζει τις μπαταρίες του για το καλοκαίρι. Αυτό όμως, δεν σημαίνει πως οι νησιώτες πέφτουν και σε χειμερία νάρκη… Ό,τι διαδραματίζεται τα καλοκαίρια στην ύπαιθρο, ό,τι συζητήσεις εξελίσσονται στα καφενεδάκια και στα παραθαλάσσια ταβερνάκια, τους χειμώνες μεταφέρονται στα σπίτια. Τις περισσότερες φορές δε, τα γλέντια που στήνονται εκεί από το τίποτα, μένουν αξέχαστα για πολλούς χειμώνες και πολλά καλοκαίρια.
Βρέθηκα στη Χίο για πρώτη φορά, καταχείμωνο. Οι ανάγκες της δουλειάς με φέρανε στο νησί. Είχαν κλαπεί κάτι πυρομαχικά από ένα στρατόπεδο και μαζευτήκαμε καμιά δεκαπενταριά δημοσιογράφοι από εφημερίδες και κανάλια για να κάνουμε ρεπορτάζ. Ταξιδέψαμε από τον Πειραιά με φουσκωμένη θάλασσα και φτάσαμε σ΄ ένα λιμάνι θολωμένο απ΄ την υγρασία και την αντάρα. Η αλήθεια είναι ότι απ΄ την πρώτη στιγμή δε μας ενθουσίαζε η προοπτική ενός τέτοιου ταξιδιού στην καρδιά του χειμώνα. Μπουκωμένοι από την τρέχουσα επικαιρότητα τα καλοκαίρια που λιώναμε στη ζέστη των πεζοδρομίων, αντίστοιχες αποστολές σε νησιά αποτελούσαν για μας ανάσα. Όλο και κάποιο μισάωρο βρίσκαμε ανάμεσα στις επαγγελματικές υποχρεώσεις για να κάνουμε μια δροσιστική βουτιά στη θάλασσα. Το χειμώνα, όμως;
Το ζεστό ξενοδοχείο στην άκρη της προβλήτας με θέα στη φουρτουνιασμένη θάλασσα αποδείχθηκε θαυμάσια επιλογή. Το ίδιο και η ψαροταβέρνα με τα ολόφρεσκα μπαρμπούνια, που φάγαμε την πρώτη βραδιά. Την επομένη, πρωί πρωί, κάθε συνεργείο νοίκιασε κι από ένα αυτοκίνητο και ξεχυθήκαμε στο νησί για το ρεπορτάζ με πρώτο προορισμό, ασφαλώς, το στρατόπεδο.
Κατευθυνόμενοι προς τα κει, άνοιξε η όρεξή μας για εξερεύνηση. Το νησί ήταν όμορφο. Το φανέρωναν οι πρώτες εικόνες που παίρναμε στη διαδρομή, ακόμη και μέσα από το μουντό, κατεψυγμένο τοπίο. Ποιος είπε ότι τα νησιά μας είναι άσχημα το χειμώνα; Το ρεπορτάζ βγήκε ύστερα από ώρες, με δυσκολία. Ο φωτογράφος είχε κάνει τα βασικά (πόσο εύκολο είναι να φωτογραφίσεις στρατόπεδα και στρατευμένους;) και μελετούσε το χάρτη της Χίου μέσα στ΄ αυτοκίνητο. Είχε ήδη καταστρώσει σχέδιο για τις επόμενες ώρες. Θα πηγαίναμε στο ξενοδοχείο να γράψω εγώ κι εκείνος να στείλει στην Αθήνα το φιλμάκι του. Μετά, είχαμε κάμποσο χρόνο για περιήγηση. «Τις ώρες που θα έχουμε ελεύθερες, θα οργώσουμε το νησί», μού είπε ο συνεργάτης μου. Δεν είχα λόγο ν΄ αρνηθώ, αν και η Χίος είναι μεγάλη κι αυτό το «όργωμα» μέσα στις λίγες διαθέσιμες μέρες, με τρόμαξε. Εντέλει, όλα έγιναν βάση του σχεδίου…
Στα Μαστιχοχώρια
Αφήσαμε την εξερεύνηση της πρωτεύουσας για το τέλος και βάλαμε ως πρώτους προορισμούς το Πυργί και τα Μεστά. Τα πλέον φημισμένα χωριά του νησιού. Βρισκόμενα και τα δύο στα νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας, στην ευρύτερη περιοχή των Μαστιχοχωρίων, τραβήξαμε μια ευθεία που μας έβγαλε πρώτα στο ζωγραφιστό Πυργί. Η ομορφιά του παραδοσιακού οικισμού μας άφησε αποσβολωμένους. Το χωριό, πατρίδα του μεγάλου μας λογοτέχνη, Γιώργου Θεοτοκά, λέγεται «ζωγραφιστό» γιατί η εξωτερική όψη των σπιτιών του, δίνει πράγματι την εντύπωση της περίτεχνης ζωγραφιάς. Στην πραγματικότητα, οι τοίχοι είναι ξυσμένοι με πιρούνι και καλέμι και κάθε σχέδιο βαμμένο με διαφορετικό χρώμα. Μάθαμε ότι τα ξυστά ήρθαν επί Φραγκοκρατίας και παραμένουν έως σήμερα. Η παράδοση περνάει από γενιά σε γενιά και η τεχνική δε σβήνει ποτέ. Τα δε, σπίτια είναι χτισμένα σφιχτά το ένα πλάι στ΄ άλλο, σε μια μεσαιωνική δομή, με στενά δρομάκια που οδηγούν στην κεντρική πλατεία. Πενήντα εκκλησιές μετρήσαμε στο χωριό με πρώτη και καλύτερη την τρίκλιτη βασιλική, Κοίμηση της Θεοτόκου, σκεπασμένη κι αυτή με τα περίφημα ξυστά.
Τα Μεστά, απείχαν δέκα χιλιόμετρα απ΄ το Πυργί. Δίκαια η φήμη τους, αφού ο οικισμός, πρότυπο αμυντικής αρχιτεκτονικής, δεσπόζει στο κέντρο ενός προστατευτικού τείχους, που σχηματίζουν τα ίδια τα σπίτια. Κατά τον ίδιο τρόπο με το Πυργί, τα στενά δρομάκια οδηγούν στην κεντρική πλατεία, όπου καταφθάνουν οι νοικοκυρές για τα ψώνια τους όταν περνά ο υπαίθριος μανάβης. Οι ντόπιοι μας είπαν ότι από εδώ ξεκινά μια θαυμάσια πεζοπορική διαδρομή (περίπου 4 χιλιομέτρων) για τους Ολύμπους, που τα καλοκαίρια συγκεντρώνει περιπατητές απ΄ όλο τον κόσμο. Οι Ολύμποι είναι ένας ακόμα παραδοσιακός οικισμός με μεσαιωνικά στοιχεία, που βρίσκεται ανάμεσα στο Πυργί και τα Μεστά.
Κατά την επιστροφή προς τη βάση μας, αποφασίσαμε να λοξοδρομήσουμε και να εξερευνήσουμε και το νοτιοανατολικό κομμάτι του νησιού, την καρδιά των Μαστιχοχωρίων. Κεφαλοχώρι η Καλαμωτή, στα 32 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα, απλώνεται στην πλέον εύφορη πεδιάδα του νησιού. Είναι χτισμένη στη γνωστή μας πια αρχιτεκτονική δομή, με διώροφα αρχοντικά και γραφικά καλντερίμια, που οδηγούν στην κεντρική πλατεία. Εμπορικά καταστήματα και καφενεία δικαιολογούν τον τίτλο του κεφαλοχωρίου, που έχει ως επίνειο τη Κώμη.
Οδηγήσαμε προς την πρωτεύουσα και φτάσαμε σ΄ ένα απ΄ τα παλαιότερα μαστιχοχώρια. Τη Νένητα. Γραφικός οικισμός κι αυτός, «φιλοξενεί» το γυναικείο μοναστήρι των Ταξιαρχών, όπου λειτουργεί και ξενώνας.
Εξερευνώντας την πατρίδα της ελληνικής ναυτοσύνης
Επιστρέφοντας στην έδρα μας, πληροφορηθήκαμε ότι βρέθηκε τμήμα των κλεμμένων πυρομαχικών από το στρατόπεδο και η εντολή από την εφημερίδα ήταν να μείνουμε στη Χίο όσο ακόμη χρειαστεί. Παραμείναμε λοιπόν, καταχείμωνο, καταμεσής του Αιγαίου για ένα «δυσκοίλιο» ρεπορτάζ, αλλά ευτυχώς, είχαμε πολλά ακόμα να δούμε σ΄ αυτό το όμορφο νησί, του οποίου, επιπροσθέτως, το οδικό δίκτυο, ευνοεί και με το παραπάνω, την περιήγηση.
Μέσα στη νύχτα, διαπιστώσαμε πως η είδηση περί ανεύρεσης τμήματος των κλεμμένων πυρομαχικών ήταν ράδιο-αρβύλα ή τουλάχιστον, εκεί μας οδήγησε η επίσημη έρευνα. Ουδείς τοπικός άρχων το επιβεβαίωσε. Την επομένη το κρύο έχει σφίξει, αλλά εμείς είχαμε πρόγραμμα. Το βόρειο τμήμα της Χίου μας περίμενε και δε θα καθυστερούσαμε.
Πρώτη στάση στο Βροντάδο, στα 4,5 μόλις χιλιόμετρα από την έδρα μας. Κωμόπολη με πολλούς κατοίκους, πατρίδα του λογοτέχνη Γιάννη Ψυχάρη, ο Βροντάδος απλώνεται σε κατάφυτη περιοχή. Τα σπίτια του έχουν κήπους και φροντισμένα περιβόλια. Το άγαλμα του Αφανούς Ναύτη μπροστά στο Δημαρχείο της κωμόπολης, φανερώνει τη ναυτική παράδοση του τόπου. Ανεβήκαμε στη Δασκαλόπετρα, στο λόφο λίγο έξω απ΄ τον οικισμό, απ΄ όπου η θέα προς το ανατολικό αιγαίο είναι εντυπωσιακή. Γνωρίζαμε ήδη από την Αθήνα, ότι η Χίος είναι το νησί με τα ομορφότερα ψαροχώρια κι εδώ, στα 12 χιλιόμετρα από το Βροντάδο, ανακαλύψαμε ένα απ΄ αυτά. Ήταν η Λαγκάδα. Τα καλοκαίρια, το απάνεμο λιμάνι της είναι δημοφιλής προορισμός των κοτεράδων.
Συνεχίζοντας τη βόρεια διαδρομή, πέσαμε στα Καρδάμυλα. Είναι οικισμός με λίγους σχετικά μόνιμους κατοίκους (περί τους 700) αλλά με μεγάλη φήμη, από την εποχή του Θουκυδίδη ακόμα, όταν έγραφε για την αρχαία Καρδαμύλη. Το χωριό χωρίζεται σε δύο τμήματα. Στο Πάνω Χωριό, τον παλαιότερο οικισμό και στο Κάτω, το νεότερο, το Μάρμαρο. Από εδώ κατάγονται μεγάλα ονόματα του εφοπλισμού. Το μαρτυρούν και τα υπέροχα αρχοντικά της περιοχής. Περιφερειακά των Καρδαμύλων, σε μικτές αποστάσεις, βρίσκονται άλλοι γραφικοί, παραθαλάσσιοι οικισμοί, όπως ο Ναγός και ο Γιόσωνας.
Συνεχίσαμε την παραλιακή διαδρομή στα ριζά των δύο βουνών, του Όρους και του Πεληναίου. Κατευθυνθήκαμε προς τη βάση του άλλου βουνού, της Αμανής, που καλύπτει το βορειοδυτικό άκρο της Χίου. Στις παρυφές του είναι τα Αγιάσματα, με τις ιαματικές πηγές τους και το ορεινό Άγιο Γάλα με το εντυπωσιακό σπήλαιο, το πλούσιο σε σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμο.
Μετά από εδώ, ο δρόμος κατεβαίνει προς το κέντρο του νησιού. Η διαδρομή είναι όμορφη –ελικοειδής- αλλά μας αποζημιώνει η Βολισσός. Η παράδοση τη θέλει πατρίδα του Ομήρου και μάλιστα, τόπο συγγραφής της «Βατραχομυομαχίας». Το χωριό είναι υπέροχο, με παραδοσιακά σπίτια εκατέρωθεν στενών δρόμων και επίνειό του τα Λιμιά, απ΄ όπου οι επισκέπτες της Χίου, περνούν τα καλοκαίρια με καΐκι στα γειτονικά Ψαρά.
Καθώς κατεβαίναμε, η Σιδηρούντα, ένα ακόμη όμορφο χωρουδάκι, που πήρε το όνομά του απ΄ τα πετρόχτιστα, γερά σαν σίδερο, σπίτια του, τράβηξε την προσοχή μας. |
|
Ανάβατος. Ο χιώτικος Μιστράς
Λένε πως αν έρθεις στη Χίο και δεν επισκεφθείς τον Ανάβατο, δε λογαριάζεται πως ήρθες. Μας είπαν πως το όνομα προέρχεται από τη δύσκολη πρόσβαση στην περιοχή. Όταν φτάσαμε, λίγο μας ενδιέφερε η προέλευση του ονόματος. Ο τόπος είναι εξαιρετικής ομορφιάς και ο σύγχρονος οικισμός δεν έχει χαρακτηριστεί άδικα διατηρητέος. Μια επιβλητική μεσαιωνική καστροπολιτεία, αντίστοιχη μ΄ εκείνη του Μιστρά, στέκει στην κορφή του κατάφυτου με πεύκα, γρανιτένιου λόφου. Ο Ανάβατος κουβαλάει ένδοξο παρελθόν. Από τη βυζαντινή εποχή τροφοδοτούσε με ξυλεία τα ναυπηγεία της Κωνσταντινούπολης. Κατά τη σφαγή της Χίου, το 1822, οι Τούρκοι αποδεκάτισαν το χωριό. Τα μαγικά σπίτια του όμως, τα φτιαγμένα απ΄ τη ντόπια πέτρα, στέκουν εκεί περήφανα για να θυμίζουν…
Πρωτεύουσα και περιφέρεια
Μέσα στην καρδιά του χειμώνα, η Χίος μας απέδειξε ότι είναι ένα ζωντανό, ζεστό νησί, που δεν ζει μόνο ΑΠΟ και ΓΙΑ τον τουρισμό. Εκτός από την φημισμένη παραγωγή της μαστίχας («το δένδρο που πληγώνουμε και δακρύζει», αναφέρει γλαφυρά ένα έντυπο της Χιώτικης Αναπτυξιακής Εταιρίας), οι ντόπιοι έχουν δυναμική παρουσία στη γεωργία, την κτηνοτροφία, τον πολιτισμό. Στο νησί δραστηριοποιούνται θεατρικές και χορευτικές ομάδες, μουσικά σχήματα, λαογραφικοί σύλλογοι, συνεταιρισμοί παραδοσιακών προϊόντων.
Στα σώψυχα της πρωτεύουσας, το τοπίο δε θυμίζει την ανεμοδαρμένη προβλήτα. Είναι ενεργητικό, δραστήριο. Τα εμπορικά καταστήματα σφύζουν από ζωή, τα καφέ από πολύβουη νεολαία και η κεντρική πλατεία από πλήθος περαστικών.
Παρεμπιπτόντως, επειδή η φράση «οι Χιώτες πάνε δυό δυό», είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε όλη την Ελλάδα και η συντριπτική πλειονότητα αυτών που τη χρησιμοποιούν, δεν γνωρίζουν από πού προέρχεται και τι εννοεί, ρώτησα έναν ντόπιο και πήρα την εξής απάντηση: Επί τουρκοκρατίας, όταν ένας Τούρκος συναντούσε στο δρόμο Χιώτη, τον υποχρέωνε να τον κουβαλάει στην πλάτη. Έτσι, οι Χιώτες για να γλυτώνουν την αγγαρεία και κυρίως την προσβολή, κυκλοφορούσαν ανά δύο, ο ένας στην πλάτη του άλλου.
Επιστροφή στην πρωτεύουσα, λοιπόν και στην περιήγηση. Το Κάστρο στο βόρειο τμήμα της πόλης αποτελούσε το διοικητικό και εμπορικό κέντρο του νησιού κατά τους Μεσαιωνικούς και Νεότερους χρόνους. Στη σημερινή του μορφή σώζεται ύστερα από σωρεία φυσικών καταστροφών και βομβαρδισμών στο πέρασμα των αιώνων. Κοντά στην κεντρική πύλη, δεσπόζει το παλάτι Ιουστινιάνι, που χρονολογείται στον 15ο αι.. Από τα νεότερα κτήρια ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν το νεοκλασικό της Εθνικής Τράπεζας, η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη «Κοραής», το Α΄ Λύκειο και οι Μύλοι στην περιοχή Ταμπάκικα, όπου βρίσκονται και τα εργοστάσια κατεργασίας δέρματος.
Ελάχιστα χιλιόμετρα έξω από την πόλη, επισκεφθήκαμε τον Κάμπο, το μόνο οικιστικό-γεωργικό συγκρότημα του 14ου αι., που έχει κρατήσει ως σήμερα το χαρακτήρα του. Εδώ, στην πλούσια σε εσπεριδοειδή περιοχή, ήταν το ορμητήριο των μεγαλοαστών. Διακόσια περίπου αρχοντικά, φτιαγμένα με κοκκινωπό πωρόλιθο, με επιβλητικές εξώπορτες και εντυπωσιακές βοτσαλωτές αυλές, μαγκανοπήγαδα και βοηθητικά κτίσματα μέσα στους κήπους, στέγαζαν τους προύχοντες της εποχής. Δυστυχώς, πρώτα οι Τούρκοι κι αργότερα ο μεγάλος σεισμός του 1881 σήμαναν την καταστροφή της πλειονότητας αυτών των κτισμάτων.
Έξι μόλις χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πόλης, βρίσκονται οι κατάφυτες Καρυές, χτισμένες αμφιθεατρικά στο λόφο με θέα τα ιωνικά παράλια. Η περιοχή φημίζεται για το νερό και το κλίμα της. Εδώ, επισκεφθήκαμε τρία ιστορικά μοναστήρια. Τη Νέα Μονή (11ος αι.), τη Ζωοδόχο Πηγή της Κουρνάς (15ος αι.) και τους Άγιους Πατέρες (11ος αι.).
Οκτώ χιλιόμετρα νότια της πρωτεύουσας, συναντήσαμε το μεσόγειο χωριό Θυμιανά. Από τα λατομεία του προήλθε η φημισμένη πέτρα με την οποία χτίστηκαν τα σπίτια του Κάμπου. Επίνειο των Θυμιανών είναι ο Καρφάς, δημοφιλές σήμερα τουριστικό θέρετρο.
Οι παραλίες
Προσωπική εμπειρία δε θα μπορούσα να έχω μέσα στο χειμώνα, αλλά ματάκια να θαυμάζω διαθέτω. Οι παραλίες που περάσαμε εξερευνώντας το νησί, ήταν χάρμα οφθαλμών. Από το βορρά προς το νότο, έχετε να επιλέξετε μεταξύ των ακτών στο Άγιο Γάλα, τη μονή της Αγίας Μαρκέλλας, τα Λιμιά, την Ελίντα, τον Όρμο Τραχειλίου, το Λιμένα, τη Μερικούντα, την Αγία Δύναμη, την Καρίντα, τα Μαύρα Βόλια, την Κώμη, τον Καρφά, τη Συκιάδα, το Μάρμαρο και τον Ναγό.
Πληροφορήθηκα ότι υπάρχουν αρκετές ακόμη, στις οποίες δεν υπάρχει πρόσβαση από γης παρά μόνο από τη θάλασσα. Έτσι εξηγείται γιατί το νησί πλημμυρίζει τα καλοκαίρια με ιδιωτικά σκάφη…
Τι θα φάω
Σ΄ ένα νησί με θαυμάσια ψαροχώρια, εννοείται ότι θα προτάξετε το ψάρι, αλλά και τους αστακούς. Ωστόσο και από νοστιμιές με βάση το κρέας, η Χίος δεν πάει πίσω. Οι Χιώτες είναι ευγενείς και εξυπηρετικοί με τους επισκέπτες τους, γι αυτό να είστε σίγουροι ότι ακόμη κι αν δεν έχουν αυτό που θα τους ζητήσετε, θα φροντίσουν να σας αποζημιώσουν με κάτι εφάμιλλο ή και καλύτερο από την τοπική τους κουζίνα. Το ζήσαμε και το εγγυόμαστε. Επιπλέον, το νησί παράγει θαυμάσιο τυρί και σερβίρει υπέροχη κοπανιστή. Δοκιμάστε οπωσδήποτε.
Σε ποτό και επιδόρπιο, δοκιμάστε όλες τις βερσιόν της μαστίχας. Ούζο μαστίχα, λικέρ μαστίχα, γλυκό μαστίχα, υποβρύχιο μαστίχα. Νοστιμότατα είναι και τα αμυγδαλωτά του, τα γλυκά ταψιού και όλα τα γλυκά του κουταλιού.
Χρήσιμα τηλέφωνα στη Χίο (κωδικός 22710)
* Αεροδρόμιο: 23998
* Ο.Α.: 24515
* Aegean: 81051
* Λιμεναρχείο: 44433
* Πρακτορείο ακτοπλοϊκών εισιτηρίων: 42490, 20160
* ΚΤΕΛ: 27507
* Ταξί: 41111
* Τουριστική Αστυνομία: 81539
* Δημοτικό Γραφείο Τουριστικών Πληροφοριών: 44389
* Δήμος: 44333
* Λιμεναρχείο Βολισσού: (22740)21292
* Λιμεναρχείο Καρδαμύλων: (22720)23577
* Λιμεναρχείο Μεστών: (22710) 76239
* Ξενώνας Μονής Ταξιαρχών: (22710)61469
|