Αποτελούν λιγότερο γνωστούς τουριστικούς προορισμούς σε σχέση με τις κατεξοχήν προτιμήσεις των επισκεπτών, όμως για τους ντόπιους- και όχι μόνο- προσφέρουν μοναδικές ευκαιρίες δροσιάς και περιηγήσεων, κυρίως τους ζεστούς μήνες του καλοκαιριού. Πρόκειται για μια σειρά από χωριά, με λιγοστούς κατοίκους, που "χάνονται" στις κορυφές των βουνών της Πίνδου.
Με τη βοήθεια στοιχείων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων, το ΑΠΕ-ΜΠΕ παρουσιάζει τους "άγνωστους" αυτούς μικρούς παραδείσους.
Αρματολικό (Μπούκουρο)
Διανύοντας 2χλμ. χωματόδρομου από τη Μεσοχώρα συναντάμε το Αρματολικό, που βρίσκεται σε υψόμετρο 840 μ. Ο πληθυσμός του χωριού είναι 250 κάτοικοι, οι οποίοι ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και άλλες εποχιακές εργασίες.
Το Αρματολικό βρίσκεται κοντά σε δάση και βιότοπους. Το χωριό πανηγυρίζει του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου) και το Δεκαπενταύγουστο. Άλλη μια εκδήλωση που λαμβάνει μέρος κάθε 2-3 χρόνια είναι η αναπαράσταση του παραδοσιακού γάμου.
Κατσίκι στη γάστρα και σπιτικός τραχανάς, που πωλείται και στα μαγαζιά του χωριού, ποτά από κράνα και γλυκά του κουταλιού (μούρα, καρυδάκι και κράνα) είναι οι γαστρονομικές "σπεσιαλιτέ" του χωριού, ενώ αυτοί που αγαπούν περισσότερο την άσκηση από ό,τι το φαγητό, μπορούν να επιδοθούν σε ψάρεμα πέστροφας, στον Αχελώο και ορειβασία στην Παχτουρνέσα.
Κορυφή (Καπρόι)
Η Κορυφή ή Καπρόι, όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι, είναι ένα ορεινό χωριό του Ασπροποτάμου, που βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μ. και σε απόσταση 82χλμ. από τα Τρίκαλα.
Οι περισσότεροι από τους 125 κάτοικους του χωριού ασχολούνται, κατά κύριο λόγο, με την κτηνοτροφία.
Ο επισκέπτης μπορεί να ψαρέψει πέστροφα στον Αχελώο και να κυνηγήσει αγριόχοιρο στο Μέγα Λόγγο, ενώ ξακουστό στην περιοχή είναι το πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου, που φιλοξενεί το χωριό.
Το κεμπάπ και το κοκορέτσι υπάρχει άφθονο στις ψησταριές του χωριού, ενώ αξίζει κάποιος ν' αγοράσει βαλανίδια, τυροκομικά και κρέατα από τους παραγωγούς.
Νεράιδα (Γρεβενοσέλι, Χλωρό)
Σε υψόμετρο 1100 μ., στην ανατολική πλαγιά της Μεγάλης Ράχης, στα σύνορα του νομού Τρικάλων με το νομό Άρτας και σε απόσταση 70χλμ. από την Πύλη, βρίσκεται η Νεράιδα. Οι κάτοικοι του χωριού, μόλις 80 άτομα, ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σπήλαιο στον Κριάκορα, που "κρατάει" χιόνι ακόμη και το καλοκαίρι και που η τοπική παράδοση θέλει να είναι η είσοδος υπόγειου μονοπατιού, που χρησιμοποιούσαν οι παλαιότεροι για να περνούν στην Ήπειρο, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Το χωριό προσελκύει αρκετούς επισκέπτες κατά το τριήμερο των πανηγυρικών εκδηλώσεων, που γίνονται προς τιμήν της Αγίας Παρασκευής, κάθε χρόνο, στις 26 - 28 Ιουλίου.
Οι ταβέρνες του χωριού- μεταξύ άλλων- προσφέρουν πλιγούρι, τραχανά, κεμπάμπ και κοκορέστι, ενώ σε όσους αρέσουν τα σπορ μπορούν να ψαρέψουν αγριοπέστροφα στον Αχελώο και στο Γρεβενίτη και να κάνουν ορειβασία στον Κριάκορα.
Παχτούρι
Σε υψόμετρο 950μ. και σε απόσταση 13χλμ από τη Μεσοχώρα βρίσκεται το Παχτούρι. Οι μόνιμοι κάτοικοί του φτάνουν τους 300 και ασχολούνται με την κτηνοτροφία.
Ανεβαίνοντας κάποιος στις κορυφές που περιστοιχίζουν το χωριό μπορεί να απολαύσει τη θέα του μαγευτικού τοπίου, ενώ αξίζει να επισκεφθεί κάποιος το Αυτί, όπου υπάρχει βιότοπος και είναι εύκολη η παρατήρηση άγριων ζώων.
Οι εκδηλώσεις που γίνονται στο χωριό αρχίζουν με το που μπαίνει ο Αύγουστος, με ποδοσφαιρικό τουρνουά, στο οποίο συμμετέχουν όλα τα χωριά του Ασπροποτάμου, συνεχίζονται με διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και κορυφώνονται το Δεκαπενταύγουστο, με λαϊκό γλέντι.
Μυρόφυλλο (Μυρόκοβο)
|
|
Το Μυρόφυλλο είναι χτισμένο στις νότιες πλαγιές του βουνού Χατζή, σε υψόμετρο 700 μ., στην αριστερή όχθη του Αχελώου και απέχει από τα Τρίκαλα 85 χλμ.
Είναι έδρα της ομώνυμης Κοινότητας και περιλαμβάνει τους συνοικισμούς Μπουρνιάς, Καραβδέικα, Φτέρη, Πύργος, Γκολφάρι, Γλίστρα, Μηλότοπος και Αγ. Γεώργιος, "σκορπισμένους" στην πλαγιά του βουνού.
Η παλιά ονομασία του χωριού ήταν Μυρόκοβο, μ' αυτήν δε αναφέρεται στο χρυσόβουλο του 1336 του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου (1328-1341).
Το 1682, ο κωδικογράφος ιερέας Νικόλαος από το Μυρόκοβο έγραψε στον χειρόγραφο κώδικα 167 της Εμπορικής Σχολής της Χάλκης- τώρα κώδικα των Βρυξελλών (ΙΙ 2406 της Βελγικής Βιβλιοθήκης Albert I)- στο μεν πρώτο μέρος 145 επιστολές του Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού, στο δε δεύτερο μέρος 130 επιστολές άλλων λογίων της εποχής του, μεταξύ των οποίων και δύο επιστολές του 1617, παραλήπτης των οποίων ήταν ο δάσκαλος Μάξιμος ο Πελοποννήσιος, ο οποίος ζούσε στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του 17ου αι. στο Μυρόκοβο.
Μυροκοβίτης ήταν και ο ιερέας της μητρόπολης Τρίκκης Χριστόδουλος προς τον οποίο απηύθυνε επιστολή ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός, αλλά και- κατά πάσα πιθανότητα- ο λόγιος και διδάσκαλος Αθανάσιος Λιοντάρης (ΙΖ΄ αι.).
Τον Ιούλιο του 1806 ή το Μάη του 1807, στο βουνό Αλαμάνος του Μυρόφυλλου ο Κατσαντώνης με τα παλικάρια του σκότωσε τον επικεφαλής των Τουρκαλβανών του Αλή πασά Βελή Γκέκα. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1820, κατά την απογραφή του Αλή πασά στο βιλαέτι της Τρίκκης και Σταγών, το Μυρόφυλλο ήταν το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής και είχε 40 σπίτια, ενώ το 1821 φιλοξένησε τους πρόσφυγες, μετά τις μάχες στο Ανατολικό Ασπροπόταμο, με κυριότερη αυτή της Πόρτας.
Στις 30 Ιουλίου 1821 έγινε, στο βουνό Αλαμάνος του Μυρόφυλλου, μάχη μεταξύ του Νικολού Στουρνάρη και του πασά Σούλτζε Κόρτζια, ο οποίος, το 1823, κατέστρεψε όλο το Ασπροπόταμο μαζί με το Μυρόφυλλο, όπου είχαν καταφύγει οι πρόσφυγες των χωριών του Ανατολικού Ασπροπόταμου, μετά την ήττα των οπλαρχηγών Νικολού Στουρνάρη, Χριστοδούλου Χατζηπέτρου, Γρηγόρη Λιακατά και Νάσου Μάνταλου.
Το 1963, το χωριό καταστράφηκε από κατολίσθηση και την 1/5/1967 από σεισμό.
Ξεχωριστή θέση στην περιοχή κατέχει η Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου, που βρίσκεται νότια του χωριού, πάνω από την αριστερή όχθη του Αχελώου, στον ομώνυμο συνοικισμό της Κοινότητας Μυροφύλλου.
Το μοναστήρι περιβάλλεται από ψηλό μαντρότοιχο, τα κελιά του όμως είναι ερειπωμένα. Η είσοδός του βρίσκεται προς δυτικά και προστατεύεται από έναν τριώροφο πύργο δεξιά της. Πάνω δεξιά, στην πέτρα της βάσης του ανακουφιστικού τόξου της εισόδου είναι σκαλισμένη η επιγραφή: "1828 + π(α)π(α)κ(ο)σμ(άς)" και πάνω αριστερά: "1828 + Μ(υ)ρ(ο)κ(ο)β(ο)".
Αμέσως μετά την είσοδο, στ' αριστερά, υψώνεται η μονόχωρη, τρουλλαία, τρίκογχη εκκλησία της Παναγίας, που κτίστηκε το 1614, όπως υποδηλώνουν οι χαραγμένες, στην εξωτερική πλευρά της νότια κόγχης της, εκατέρωθεν σταυρού, χρονολογίες από Χριστού και από κτίσεως κόσμου "1614+ΖΡΚΒ" (7122-5508=1614).
Η εκκλησία χτίστηκε στη θέση ενός εξωκκλησιού της Γέννησης του Χριστού και κάηκε το 1823. Από την πυρκαγιά γλίτωσαν μερικές από τις τοιχογραφίες της. Οι τοιχογραφίες του ναού της Παναγίας είναι πιο αξιόλογες απ' αυτές του καθολικού της μονής, του Αγίου Γεωργίου.
Ο επισκέπτης εύκολα αντιλαμβάνεται τον αμυντικό χαρακτήρα της μονής. Η διαρρύθμιση του εσωτερικού χώρου, τα ψηλά και ισχυρά τείχη, οι πολεμίστρες, τα καταφύγια, οι υπόγειες στοές εξασφάλιζαν προστασία στους μοναχούς και στους φιλοξενούμενους του μοναστηριού. Το 1822 διέμεναν στο μοναστήρι, για ασφάλεια, οι πολυπληθείς οικογένειες των Αρματολών Χατζηπετραίων και Στουρναραίων.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, τα πέτρινα αρχοντικά του χωριού.
|