Τα περισσότερα, αν όχι όλα τα χωριά που βρίσκονται στην ανατολική πλευρά του Πηλίου, ήταν αρχικά παραλιακά και οι κάτοικοί τους ασχολούνταν με τη ναυτιλία και την καλλιέργεια μικρής ακτίνας γης, που επεκτεινόταν χρόνο με το χρόνο στα ψηλότερα σημεία του βουνού. Συχνά όμως αυτά αποτελούσαν στόχο ληστοπειρατών, οπότε οι κάτοικοι αναγκάζονταν να απομακρύνονται και να μετοικούν ψηλότερα. Προτιμητέες περιοχές κατά τις μετοικήσεις αυτές, ήταν κοντά σε μοναστήρια, με τα οποία ήταν κατάσπαρτη η προς το Αιγαίο πλευρά του Πηλίου. Σύμφωνα με τον παραπάνω τρόπο φαίνεται να δημιουργήθηκε και το μεγαλύτερο και αξιολογότερο χωριό του Πηλίου, η Ζαγορά.
Ο πρώτος πυρήνας της σημερινής Ζαγοράς, όπως αναφέρουν στοιχεία του ομώνυμου δήμου, ήταν το μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Η μονή αυτή, που ιδρύθηκε στα 1160 μ Χ, κτίσμα των Χριστιανών αυτοκρατόρων, ήταν προικοδοτημένη με μεγάλη περιουσία και είχε πολλούς μοναχούς, καταστράφηκε δε από τυχαία πυρκαγιά, τον Αύγουστο του 1887.
Γύρω από το μοναστήρι αυτό στήθηκαν οι πρώτοι οικισμοί της παλιάς Ζαγοράς, η οποία, όπως φαίνεται, για διάκριση ονομάστηκε Σωτήρα-Ζαγορά, και σιγά-σιγά, ιδίως κατά τους μετέπειτα χρόνους της ανάπτυξης και της ακμής της, δημιουργήθηκαν και προστέθηκαν οι υπόλοιπες συνοικίες: του Αγ. Γεωργίου, της Αγ. Κυριακής και της Αγ. Παρασκευής.
Η νέα Ζαγορά, που είχε πλέον πάρει την παραπάνω μορφή απ’ τα τέλη του 16ου αιώνα, άρχισε να αναπτύσσεται γρήγορα. Η γεωργία και το εμπόριο βρισκόταν σε μεγάλη ακμή. Κατείχε τα σκήπτρα στη μεταξοπαραγωγή (25.000-30.000 οκάδες το χρόνο), με μέγιστες εξαγωγές στη Βρετανία, τη Δαλματία, τη Γερμανία και άλλες περιοχές της Ευρώπης. Παράλληλα, αναπτύχθηκε και η εγχώριος βιομηχανία.
Μεγάλες ήταν οι ποσότητες μαλλιού που εισήγαγε η αγορά της από διάφορες περιοχές της Ελλάδος- συγκεκριμένα η Λειβαδιά έδινε σχεδόν το σύνολο της παραγωγής της- και αφού τις επεξεργάζονταν μαζί με ντόπιες ποσότητες, στα ξακουστά «αργαστήρια» της, παρήγαγε τις ονομαστές «καπότες της Ζαγοράς».
Για την ευχερέστερη διεξαγωγή αυτού του εξαγωγικού και εισαγωγικού εμπορίου ήταν φυσικό να αποκτήσει τα περίφημα Ζαγοριανά καράβια για τα οποία πάμπολλα ποιήματα και τραγούδια έχει αφήσει η «Λαϊκή Μούσα». Διασχίζοντας τη Μεσόγειο, μετέφεραν τα προϊόντα της κωμόπολης σ’ όλα τα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης, την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη. Έτσι, δημιουργήθηκε στην ανατολική πλευρά του Πηλίου, ένα σπουδαιότατο και ακμαιότατο εμπορικό κέντρο.
Επί τουρκοκρατίας, στη Ζαγορά υπήρχαν δυο σχολεία. Το πρώτο, άγνωστο πότε ιδρύθηκε , λειτουργούσε σε κελιά του μοναστηριού του Σωτήρος και λεγόταν απλά «Σχολείο». Σ’ αυτό διδάσκονταν τα πρώτα (κοινά) γράμματα.
Το δεύτερο, που ονομάστηκε «Ελληνομουσείο», ιδρύθηκε γύρω στα 1702, στο μοναστήρι του Αγίου Προδρόμου. Στη σχολή αυτή, που έγινε πασίγνωστη για τους διαπρεπείς δασκάλους της και τους διαπρέψαντες μαθητές της, διδάσκονταν- εκτός από την ελληνική γλώσσα- μαθηματικά, φυσικά, αστρονομία, γεωγραφία, φιλοσοφία, ιστορία και ξένες γλώσσες.
Με τις φροντίδες του Οικουμενικού Πατριάρχου, που ανέδειξε η Ζαγορά, του Καλλίνικου του Γ’ και των δωρεών του Ιωάννου Πρίγκου Ζαγοριανού, έμπορου εγκατεστημένου στο Άμστερνταμ, η σχολή πλουτίσθηκε με πολλά σπάνια και αξιόλογα βιβλία, απαραίτητα για τη λειτουργία της.
|
|
Κατ’ αυτόν τον τρόπο τέθηκαν οι βάσεις της βιβλιοθήκης της Ζαγοράς, στην οποία συνεισέφεραν βιβλία και χρήματα πολλοί άλλοι επώνυμοι Ζαγοριανοί. Σ’ αυτούς που σπούδασαν στη σχολή συναριθμούνται ο Άνθιμος Γαζής, ο Γρηγόριος Κωσταντάς, ο Ρήγας Φεραίος, ο Φίλιππος Ιωάννου κ.ά.
Η Ζαγορά υπήρξε πατρίδα, τόσο κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας όσο και αργότερα, επιφανών ανδρών που διακρίθηκαν στα γράμματα, στις επιστήμες, στο εμπόριο και στη φιλανθρωπία. Εκτός του Πατριάρχου Καλλίνικου του Γ’, του αδελφού του Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου Δημητριάδος-Ζαγοράς και του Ιωάννου Πρίγκου, μεγαλέμπορου στο Άμστερνταμ και μεγάλου ευεργέτου της Ζαγοράς, πρέπει να αναφερθούν, επίσης, οι: αδελφοί Ευστάθιος και Γεώργιος Λαπάται, άρχοντες των ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας, Μωυσής Κρήτσκης ιδρυτής του Κρητσκείου Σχολείου Ζαγοράς, Νικόλαος Κρήτσκης αντιναύαρχος του Ρωσικού Στόλου και κληροδότης μεγάλου ποσού στην ελληνική κυβέρνηση για υποτροφίες μαθητών, Ιωάννης Δ. Κασσαβέτης, ιδρυτής της Σχολής Θηλέων (Παρθεναγωγείου) της Ζαγοράς (πρώτου Παρθεναγωγείου στο Πήλιο), η πολεμική οικογένεια των οπλαρχηγών Μπασδέκη, ο Φίλιππος Ιωάννου γνωστός ως «ο από καθέδρας Έλλην Φιλόσοφος του 19ου αιώνος» καθηγητής ελληνικών της Βασίλισσας Αμαλίας και πάνω από σαράντα χρόνια καθηγητής της συστηματικής φιλοσοφίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο, ο Νικόλαος Κωστής, καθηγητής φαρμακολογίας και μαιευτικής στο ίδιο Πανεπιστήμιο και ιδιαίτερος γιατρός της Αμαλίας και του Όθωνος, ο Θεόδωρος Αφεντούλης καθηγητής φαρμακολογίας και μετέπειτα ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Αλέξανδρος Πάντος ιδρυτής της Παντείου Σχολής και πολλοί άλλοι.
Ευεργέτες, όμως, και μάλιστα πολλοί απ’ αυτούς εθνικοί, αναδείχθηκαν και από τους Ζαγοριανούς ξενιτεμένους στην Αίγυπτο, ένα άλλο μεγάλο και λαμπρό «κεφάλαιο» της ιστορίας της Ζαγοράς. Φιλόπονοι, ακούραστοι, φιλοπρόοδοι, πρωτοστάτησαν κι αυτοί σε όλους τους τομείς, στις καλλιέργειες, στις βιομηχανίες, στο εμπόριο, στις επιστήμες και τα γράμματα, προσφέροντας ευεργεσίες, όχι μόνο στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αλλά και στο ελληνικό κράτος γενικότερα.
Αλλά και σήμερα, η Ζαγορά έχει σημαντικότερη δραστηριότητα, κυρίως μέσα από την καλλιέργεια του περίφημου ζαγοριανού μήλου. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός της, ένας απ’ τους πρώτους συνεταιρισμούς της Ελλάδας (έτος ίδρυσης 1916) και πρότυπος από το 1982, είναι ο κύριος συντελεστής της σημερινής άνθισης.
Η φυσική ομορφιά του τόπου, επίσης, που παρά τις αναπτυσσόμενες τουριστικές δραστηριότητες έχει μείνει σχεδόν άθικτη και ο μοναδικός συνδυασμός βουνού και θάλασσας, καθιστούν τη Ζαγορά ένα από τα ομορφότερα θέρετρα της Ελλάδος.
Η παράδοση συνεχίζεται και σήμερα. Η Ζαγορά έχει σημαντικότατη δραστηριότητα, με την καλλιέργεια του περίφημου «Ζαγοριανού μήλου», με τον Αγροτικό Συνεταιρισμό κύριο συντελεστή της σημαντικής προόδου.
Ο Συνεταιρισμός ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1915 κι έως σήμερα θεωρείται ένας από τους πιο αξιόλογους συνεταιρισμούς της χώρας και ο μεγαλύτερος φορέας συγκέντρωσης των πιο γλυκόχυμων και ευωδιαστών μήλων. Οι γυναίκες της Ζαγοράς έχουν το δικό τους, «ξεχωριστό» Συνεταιρισμό, όπου με μεράκι και φαντασία παρασκευάζουν γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες, λικέρ.
Η Ζαγορά διακρίνεται για το εξόχου κάλλους φυσικό τοπίο της, κάθε εποχή του χρόνου και θεωρείται ιδανική για χειμερινές και καλοκαιρινές διακοπές, μ’ ένα μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, που προσφέρουν ακόμη και στον πιο απαιτητικό επισκέπτη φιλοξενία, καλό παραδοσιακό φαγητό, και όλες τις σύγχρονες ανέσεις.
Με τα πέτρινα σπίτια της να αναδύονται μέσα από την πλούσια βλάστηση, τα υπέροχα αρχοντικά, τις εκκλησίες, τις πηγές, τα πέτρινα γεφύρια της, τις απολαυστικές διαδρομές και τις διάφορες πολιτιστικές-αθλητικές δραστηριότητες κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, η Ζαγορά είναι ένα «στολίδι» πραγματικό, δίνει ευκαιρίες για ξεκούραση και διασκέδαση, χαρίζοντας απλόχερα τους καρπούς και τη φιλοξενία της.
Α. Ζώης
|