|
| | | |
Τάκης Πανανίδης. Φωτογραφίζοντας το ελληνικό τραγούδι της δεκαετίας του ΄60
Αθήνα - (Ανταπόκριση Β.Χατζηβασιλείου)
Ο Τάκης Πανανίδης (1935-2010) ξεκίνησε τη φωτογραφική του καριέρα στα μέσα της δεκαετίας του 1950 κάτω από εξαιρετικά περίεργες συνθήκες. Δουλεύοντας ως κλητήρας στο πατάρι, όπου εμφανίζονταν τα φιλμ των Ηνωμένων Φωτορεπόρτερ, ο Πανανίδης θα αναλάβει την πρώτη του δουλειά, φωτογραφίζοντας ένα γλέντι, το οποίο είχε διοργανώσει ο Παναθηναϊκός στο κέντρο Πιγκάλς για την κατάκτηση του κυπέλου του 1955. Ο Πανανίδης, που είναι μόλις είκοσι ετών και παθιάζεται ήδη με τη φωτογραφία, έχει εντολή να «τραβήξει» το τραπέζι με το κύπελο και τους πανηγυρισμούς του, αλλά όταν φτάνει στο μαγαζί, βλέπει τον Μανώλη Χιώτη να παίζει, μαγεύεται και βάζει αμέσως σε δεύτερη μοίρα τους Πράσινους. Όταν την επομένη επιστρέφει με το φιλμ στους Ηνωμένους Φωτορεπόρτερ, το αφεντικό του, ο Δημήτρης Φλώρος, γίνεται έξαλλος: δεκαπέντε φωτογραφίες του Χιώτη και ελάχιστες της ομάδας του Παναθηναϊκού. Οι φωτογραφίες, όμως, θα αρέσουν στον Χιώτη, που θα πληρώσει το πρακτορείο, και ο Πανανίδης θα αρχίσει το ταξίδι του στον μουσικό κόσμο των δεκαετιών του 1960 και του 1970, έχοντας γίνει στο μεταξύ ο επίσημος φωτογράφος της δισκογραφικής εταιρείας Columbia. Από τον φακό του θα περάσουν ποιητές, συνθέτες, τραγουδιστές, μουσικοί και ηθοποιοί, σχηματίζοντας ένα λαμπρό στερέωμα. Στερέωμα που συγκινεί μέχρι τις ημέρες μας και έρχεται τώρα να αποτυπωθεί σε ένα άλμπουμ το οποίο μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τόπος σε σχεδιασμό, επιλογή εικόνων και κείμενα Άρη Μαραγκόπουλου.
Το υλικό της έκδοσης προέρχεται από το αρχείο του Πανανίδη. Ο τίτλος του βιβλίου είναι «Αυτόπτης φωτομάρτυρας στην οδό των ονείρων» και οι φωτογραφίες καλύπτουν τη δεκαπενταετία 1960-1975. Το «αυτόπτης φωτομάρτυρας» είναι ο χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούσε ο Πανανίδης για τον εαυτό του και από τις σελίδες του βιβλίου περνούν οι πάντες: ο Ελύτης και ο Ρίτσος, ο Χιώτης, ο Τσιτσάνης, ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις, ο Ξαρχάκος, ο Λοΐζος και ο Ζαμπέτας, ο Μπιθικώτσης, η Μαίρη Λίντα, η Πόλυ Πάνου, η Σωτηρία Μπέλλου, ο Καζαντζίδης, η Μοσχολιού, ο Διονυσίου, η Μαρινέλλα, ο Πουλόπουλος, ο Βοσκόπουλος, ο Κόκοτας, ο Νταλάρας, ο Μητσιάς και ο Βογιατζής, αλλά και ο Κατράκης, ο Αλεξανδράκης, η Μερκούρη, η Βουγιουκλάκη, η Καρέζη, η Ναθαναήλ, ο Κούρκουλος, ο Χορν, η Λάσκαρη, ο Κωνσταντάρας και ο Παπαμιχαήλ.
Όπως παρατηρεί ο Μαραγκόπουλος στην εισαγωγή του, όποιος μελετά τις μουσικές δεκαετίες του 1960 και του 1970 στην Ελλάδα, θα διασταυρωθεί υποχρεωτικά με τις φωτογραφίες που φυλάσσονται στο Αρχείο Πανανίδη. Ο Πανανίδης «έκλεισε» στον φακό του τα τραγούδια και «τα λαϊκά θεάματα μιας ολόκληρης εποχής». Ταυτίστηκε με τη γέννηση και την εξέλιξη της νέας ελληνικής μουσικής και κατόρθωσε να συλλάβει στα πρόσωπα των φωτογραφιών του τα πιο ανάμεικτα αισθήματα: τη φιλοδοξία και τη μελαγχολία, τη χαρά και την ένταση, την αγωνία και την επιβράβευση. Δεν λείπει από τις φωτογραφίες του Πανανίδη και το πολιτικό κλίμα της περιόδου: από τις μεγάλες κινητοποιήσεις της δεκαετίας του 1960 μέχρι την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών και τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια. Στο κέντρο, πάντως, της φωτογραφικής περιπλάνησης του Πανανίδη βρίσκονται οι δύο συνθέτες που άλλαξαν με τα τραγούδια τους το ελληνικό μουσικό τοπίο: ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις, που έβγαλαν μαζί με τον Χιώτη το ρεμπέτικο από το περιθωριακό του σύμπαν, για να το συνδυάσουν με το βυζαντινό μέλος και τη δημοτική παράδοση, φέρνοντας εκ παραλλήλου το μεγάλο κοινό σε επαφή με κορυφαία ονόματα της μοντέρνας ποίησης όπως ο Ελύτης και ο Ρίτσος.
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να διακρίνει και κάτι από τον τρόπο ζωής των δεκαετιών του 1960 και του 1970: από τα ρούχα των τραγουδιστών και των ηθοποιών και τις εισόδους, τις πίστες και τις επιγραφές των νυχτερινών κέντρων μέχρι την ατμόσφαιρα στους χώρους των λαϊκών συναυλιών, στα θέατρα και στις μπουάτ.
|
|
|
|
ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!
|
Όλα τριγύρω
αλλάζουνε και όλα
στα ίδια μένουν...
ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία».
Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με
την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια
έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την
αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να
την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων
- εραστών και της εξουσίας...
ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του
80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και
πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης,
σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα
το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής
μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε
θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο
τόπος και εκείνη η γενιά.
ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές
«μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις
ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον
περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που
χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών
ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα
ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της
...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που
βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι
στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους,
για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως
της όποιας εκλογικής αναμέτρησης...
ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν
δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον
από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία
επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα
κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν
υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική
σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική
εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι
σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που
ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι
πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που
...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων»
ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον
δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν
παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για
δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει...
ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια
και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και
γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που
είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την
δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του
Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής
τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι
περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους
«τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές
τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...
|
Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας
|
Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>
|
|
|
|
|