Την αναγκαιότητα τής λεπτομερούς προετοιμασίας των Eλλήνων επιχειρηματιών που σχεδιάζουν να επενδύσουν στην αγορά της Κίνας, τονίζει η πρόεδρος του Ελληνοκινεζικού Κέντρου Επιχειρηματικότητας, Αφροδίτη Μπλέτα.
«Η ανάπτυξη μιας επιχείρησης στο εξωτερικό χρειάζεται εξειδικευμένη και μεθοδευμένη γνώση για να μπορέσει να είναι επιτυχής. Είναι πολύ σημαντικό και χρήσιμο, οποιοσδήποτε θελήσει να πάει στην αγορά της Κίνας, πριν ξεκινήσει με κάποια δείγματα στην τσάντα του και πριν πάει σε εκθέσεις, να έχει εξασφαλίσει ότι έχει κατοχυρώσει το προϊόν του από όλες τις πλευρές» σημειώνει η κ. Μπλέτα.
Η πρόεδρος του Κέντρου επισημαίνει: «Μέχρι πριν τέσσερα χρόνια ακόμη, διοργανώναμε μαζί με το ελληνοκινεζικό επιμελητήριο, δύο φορές τον χρόνο, αποστολές στην έκθεση της Καντόνας με 45-50 Έλληνες επιχειρηματίες τη φορά. Άλλοι τόσοι πήγαιναν μόνοι τους. Από την εποχή που μπήκαμε, όμως, σε κρίση και ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον έχει περιοριστεί σημαντικά. Πηγαίνουν κάποιοι επιχειρηματίες μεμονωμένα, αλλά οργανωμένες αποστολές -εκτός από κάποιες επίσημες αποστολές- δεν υπάρχουν πια».
Η κ. Μπλέτα τονίζει ακόμη ότι στην Αθήνα υπάρχουν περίπου 25.000 κινέζοι έμποροι και ότι ο δήμος, σε συνεργασία με το Ελληνοκινεζικό Κέντρο Επιχειρηματικότητας και τις κινεζικές κοινότητες στην πόλη, έχει αναλάβει πρωτοβουλία οι έμποροι αυτοί να προωθήσουν τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων στην Κίνα. «Αντί να εισάγουν μόνο κινέζικα προϊόντα στην Ελλάδα, να μπορούν και να εξάγουν ελληνικά προϊόντα στην Κίνα» λέει.
Ολόκληρη η συνέντευξη της προέδρου του Ελληνοκινεζικού Κέντρου Επιχειρηματικότητας, Αφροδίτης Μπλέτα, έχει ως εξής:
Ερ: Κυρία Μπλέτα, όλο και περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις αναζητούν, τα τελευταία χρόνια, διέξοδο στην αναπτυσσόμενη αγορά της Κίνας. Δώστε μας καταρχήν μια εικόνα σε αριθμούς.
Απ: Υπήρξε, τα προηγούμενα χρόνια, μεγάλο ενδιαφέρον από πλευράς ελληνικών επιχειρήσεων για την αγορά της Κίνας. Παλιότερα και μέχρι πριν τέσσερα χρόνια ακόμη, διοργανώναμε μαζί με το ελληνοκινεζικό επιμελητήριο δύο φορές τον χρόνο αποστολές στην έκθεση της Καντόνας με 45-50 Έλληνες επιχειρηματίες τη φορά. Άλλοι τόσοι πήγαιναν μόνοι τους. Από την εποχή που μπήκαμε, όμως, σε κρίση και ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια -κάτι γιατί συρρικνώθηκε η ελληνική επιχειρηματικότητα, κάτι η οικονομική δυσχέρεια- το ενδιαφέρον έχει περιοριστεί σημαντικά. Πηγαίνουν κάποιοι μεμονωμένα, αλλά οργανωμένες αποστολές -εκτός από κάποιες επίσημες αποστολές- δεν υπάρχουν πια. Θεωρώ ότι αυτό είναι φυσιολογικό, γιατί όταν έχεις να αντιμετωπίσεις προβλήματα καθημερινότητας στην έδρα σου, δύσκολα σκέφτεσαι την ανάπτυξη. Θεωρώ προσωπικά ότι αυτό είναι λάθος, γιατί όταν είσαι σε μια αγορά που δεν μπορεί να σου προσφέρει το ζητούμενο, τότε ίσως είναι μεγαλύτερη ευκαιρία να αναζητήσεις διεξόδους σε άλλες χώρες, σε άλλες αγορές. Η άλλη παράμετρος είναι ότι αυτό το οποίο κινείται κυρίως αυτή την περίοδο, αλλά κατά την άποψή μου κινείται λίγο σπασμωδικά, είναι το εμπόριο προϊόντων όπως τα κρασιά και το ελαιόλαδο. Είναι οι τομείς κυρίως που ψάχνουν οι Έλληνες επιχειρηματίες να βρουν διέξοδο στην Κίνα. Βέβαια, είναι μια πολύ δύσκολη επιχείρηση κυρίως λόγω του μικρού μας μεγέθους και της άγνοιας των δεδομένων για το πώς πρέπει να χειριστούν μια τόσο μεγάλη αγορά όσο η Κίνα, όταν οι ποσότητες που διαθέτουν είναι περιορισμένες.
Ερ: Έχετε επιστήσει την προσοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στην προσπάθεια επέκτασης των δραστηριοτήτων τους στην Κίνα λέγοντας ότι «ο δρόμος δεν είναι εύκολος, αντιθέτως κρύβει αρκετές παγίδες». Ποιες είναι αυτές;
Απ: Σαφώς κρύβει παγίδες. Κατ΄αρχάς κανένας δρόμος δεν είναι εύκολος. Η ανάπτυξη μιας επιχείρησης στο εξωτερικό χρειάζεται εξειδικευμένη και μεθοδευμένη γνώση για να μπορέσει να είναι επιτυχής. Δεν ξεκινώ δηλαδή να πάω σε μια ξένη αγορά, να χάσω κάποια χρήματα και μετά να πω ότι η αγορά είναι κακή και δεν με δέχτηκε. Επενδύω προκαταβολικά κάποια χρήματα σε έρευνα αγοράς, σε μελέτες για το πού και πώς μπορούμε να προσφέρουμε το προϊόν κλπ. Όταν έχω κλείσει αυτόν τον κύκλο, τότε είναι μια επιχείρηση έτοιμη να μπει στη συγκεκριμένη αγορά. Δυστυχώς, οι περισσότερες επιχειρήσεις -με ελάχιστες εξαιρέσεις- ξεκινούν μια μέρα με δείγματα στη βαλίτσα, πηγαίνουν σε κάποιες εκθέσεις στην Κίνα, βρίσκουν κάποιους Κινέζους μη σχετικούς με το αντικείμενο, οι οποίοι τους κοροϊδεύουν και τους τρώνε κάποια χρήματα.
Το Ελληνοκινεζικό Κέντρο Επιχειρηματικότητας και το Ελληνοκινεζικό Επιμελητήριο είναι οι δύο φορείς που μπορούν θεσμικά και εξ΄αντικειμένου έχουν την τεχνογνωσία και να δώσουν τη βοήθεια που χρειάζεται ο Έλληνας επιχειρηματίας. Δυστυχώς, έρχονται σ΄εμάς κατόπιν εορτής.
Ερ: Ένα μεγάλο μέρος της κινεζικής οικονομίας στηρίζεται στη βιομηχανία της απομίμησης, η οποία παρέχει εκατομμύρια θέσεις εργασίας και σημαντικά έσοδα, με συνέπεια οι Αρχές να κάνουν συχνά τα «στραβά μάτια». Πώς ο Έλληνας επιχειρηματίας μπορεί να επιλύσει αυτό το πρόβλημα;
Απ: Ακριβώς, με την προετοιμασία, που πρέπει να κάνει, πριν μπει στη συγκεκριμένη αγορά. Είναι πολύ σημαντικό και χρήσιμο, οποιοσδήποτε θελήσει να πάει στη συγκεκριμένη αγορά, πριν ξεκινήσει με κάποια δείγματα στην τσάντα του και πριν πάει σε εκθέσεις, να έχει εξασφαλίσει ότι έχει κατοχυρώσει το προϊόν του από όλες τις πλευρές.
Ερ: Θα ήθελα να σας ρωτήσω και για το ενδιαφέρον της Κίνας για επενδύσεις στην Ελλάδα. Ποια είναι η κατάσταση, τι συμβαίνει με τα κινέζικα προϊόντα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα;
Απ: Αυτό είναι δύο διαφορετικά στοιχεία. Ας ξεκινήσουμε με τα κινέζικα προϊόντα. Μετά την κρίση ο αριθμός εισαγωγής κινεζικών προϊόντων έχει μειωθεί δραματικά. Τι εννοώ με αυτό; Οτιδήποτε σχεδόν υπάρχει πάνω μας, στο γραφείο μου, είναι κινέζικο made in China που είναι όμως παραγγελίες ευρωπαϊκών ή αμερικανικών επιχειρήσεων σε κινεζικές επιχειρήσεις με το σύστημα του φασόν. Αυτό προφανώς δεν έχει μειωθεί, διότι οτιδήποτε κυκλοφορεί στην αγορά είναι κινέζικο. Αυτό, όμως, που παραδοσιακά λέγαμε κινέζικο προϊόν, δηλ. ένα φτηνό παπούτσι, μία φτηνή μπλούζα, κάποια που πωλούνται στα κινέζικα καταστήματα, στην αγορά, έχει επηρεαστεί από την κρίση. Έτσι, ξεκίνησε μία πρωτοβουλία ο δήμος της Αθήνας σε συνεργασία μαζί μας να μπορέσουμε να ανακυκλώσουμε, αν μπορώ να το πω έτσι, τους Κινέζους εμπόρους, οι οποίοι βρισκόντουσαν στην Αθήνα και είναι περίπου 25.000, σημαντικός αριθμός, οι οποίοι, καταλαβαίνετε, ότι αν κλείσουν τα μαγαζιά τους θα είναι άλλη μία ομάδα πληθυσμού άνεργη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, να περιφέρεται. Κάνουμε, λοιπόν, μια προσπάθεια σε συνεργασία με τις κινεζικές κοινότητες στην Αθήνα, να ανακυκλώσουμε αυτούς τους εμπόρους σε εξαγωγές ελληνικών προϊόντων. Αντί να εισάγουν κινέζικα προϊόντα στην Ελλάδα, να μπορούν να εξάγουν, είναι πιο εύκολο για τον Κινέζο να έχετε λάδι και να τον συναντήσετε στην Αθήνα και αυτός μετά με τις διασυνδέσεις του να το πουλήσει στην Κίνα από ό,τι να το πάρετε εσείς στο βαλιτσάκι και να το πάτε εκεί. Γίνεται μια προσπάθεια, σε μεγάλο ποσοστό περπατάει, έχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει. Το άλλο κομμάτι το οποίο αφορά κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα και αυτό έχει κλάδους -το ένα αφορά μεγάλες επενδύσεις, όπως είναι COSCO ή Γουά Γουέι και Ζετί, όπου σαφώς υπάρχει ενδιαφέρον της Κίνας, σιδηρόδρομοι επίσης, διάφορες κρατικές μεγάλες επενδύσεις, είναι ένα ενδιαφέρον πρώτον για τη γεωγραφική μας θέση και δεύτερον για τη συμμετοχή μας στην ευρύτερη ΕΕ και στο ευρωνόμισμα, είναι δύο σημαντικοί παράγοντες. Δηλ. αν αύριο, το συνδέω αυτό και με όσα πολιτικά ακούμε, ξαφνικά πούμε ότι γυρνάμε στη δραχμή, βγαίνουμε από την ΕΕ ή έστω και από το ευρώ δεν θα είναι ταυτόσημο το ενδιαφέρον της Κίνας για την Ελλάδα. Είναι και οι τρεις παράγοντες που έχουν σημασία. Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον γίνονται οι συνομιλίες σε κρατικό επίπεδο και προσδοκώ ότι κάποιες από αυτές θα ευοδωθούν. Βέβαια, είναι θέμα παζαρέματος διαπραγμάτευσης κ.λπ., δεν είναι πράγματα που γίνονται από τη μια στιγμή στην άλλη. Υπάρχει, όμως, και ένα κομμάτι μετά τον τελευταίο επενδυτικό νόμο, που αφορά ιδιώτες Κινέζους. Σε μία χώρα με 1,5 δισ. πληθυσμό υπάρχουν 300 εκατ. άνθρωποι που έχουν την αγοραστική δύναμη της Δύσης, της προ της κρίσης Δύσης, και σε αυτούς υπάρχει ένα ποσοστό πολυεκατομμυριούχων. Αυτοί, λοιπόν, ενδιαφέρονται να επενδύσουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό και να τα επενδύσουν παίρνοντας παράλληλα κάποιες άδειες παραμονής μακροχρόνιες ή ακόμα και υπηκοότητα. Δυστυχώς, αντίστοιχα κίνητρα πιο δελεαστικά όμως στην κινεζική κοινωνία δίνουν η Πορτογαλία και η Ισπανία, να μη μιλήσω για τον Καναδά και την Αμερική. οι οποίες είναι παραδοσιακές χώρες υποδοχής, αλλά τώρα έχουν στρέψει οι Κινέζοι το ενδιαφέρον τους στην Ευρώπη και εκεί έχουμε να ανταγωνιστούμε αυτές τις δύο χώρες.
Ερ: Άρα, εσείς τι ζητάτε για να διευκολυνθεί εδώ ο Κινέζος και να μην πάει στην Πορτογαλία ή στην Ισπανία;
Απ: Δύο πράγματα. Το ένα είναι να τροποποιηθεί εν μέρει ο νόμος εντάσσοντας σε αυτόν κάποια δευτερεύοντα γεγονότα, τα οποία μας ζητούν οι Κινέζοι. Ήδη κάποιες βελτιώσεις έχουν γίνει, μένει να γίνουν κάποιες ακόμη. Όπως, όταν παίρνει άδεια παραμονής το ανδρόγυνο και το παιδί. Το παιδί όταν φτάσει στα 18 και ενηλικιώνεται, δεν προβλεπόταν, έβγαινε. Οι Κινέζοι είναι μία κοινωνία όπως εμείς, το παιδί δεν φεύγει από το σπίτι, αυτό έχει βελτιωθεί με εγκύκλιο και παρατείνεται η παραμονή του παιδιού μέχρι τα 22-24, κάπου εκεί. Το άλλο που ζητούμε είναι για τους γονείς, διότι οι Κινέζοι ζουν με τα πεθερικά και ζητούν να μπορούν να φέρνουν και τους γονείς. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το δούμε με συμπάθεια, διότι -επαναλαμβάνω- ότι είναι μια κοινωνία αντίστοιχη με τη δική μας. Είναι σαν να θέλουμε να πάμε εμείς στην Κίνα και να μας πούμε εσύ να έρθεις, αλλά η πεθερά σου δεν θα έρθει. Και να συμπληρώσω σε αυτό, ότι το δεύτερο κομμάτι είναι ότι πρέπει να γίνει διαφήμιση και προώθηση της χώρας και της νομοθεσίας μας. Εγώ έχω συμμετάσχει ήδη τους τελευταίους έξι μήνες σε εκδηλώσεις στην Κίνα, όπου μαζεύονται Κινέζοι επενδυτές και τους κάνεις μία παρουσίαση της χώρας και σου θέτουν ερωτήματα. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να καλυφθεί από την ιδιωτική πρωτοβουλία.