Η Αναστασία Παπαχρίστου άφησε πριν από δύο χρόνια την πολλά υποσχόμενη καριέρα της στη ρομποτική χειρουργική για να ταξιδέψει στα νησιά και να περιθάλψει τους πρόσφυγες που καταφτάνουν στο Αιγαίο. Σήμερα, συνεχίζει να βρίσκεται στο πλευρό τους έχοντας αναλάβει την ιατρική αποκατάσταση θυμάτων βασανιστηρίων στην κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.
«Ήταν πολύ συνειδητή η απόφαση να αφήσω την επαγγελματική μου σταδιοδρομία παρά το γεγονός ότι δεν είναι πολύ εύκολο πια στην Ελλάδα της κρίσης να αφήνουμε μια θέση σχετικά καλά αμειβόμενη», περιγράφει η γιατρός στο Αθηναϊκό -Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Όπως λέει, «η ειδίκευσή μου στη ρομποτική χειρουργική και η εργασία μου ως χειρουργός μονάδων εντατικής θεραπείας είναι τομείς που απαιτούν μεγάλη αφοσίωση και δεν αφήνουν ελεύθερο χρόνο για παράλληλη απασχόληση. Θα πρέπει λοιπόν να απομακρυνθείς από αυτά για να μπορέσεις να ασχοληθείς με κάτι άλλο».
Γνώμονας για την Αναστασία είναι πρώτα από όλα «η προσφορά στο συνάνθρωπο». «Δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τον άνθρωπο και για τον άνθρωπο. Είναι πολύ σημαντικό για εμένα να υπάρχω μέσα από τους ανθρώπους και για τους ανθρώπους».
Θερμοί υποστηρικτές στην απόφασή της ήταν ο σύζυγός της και τα τρία παιδιά τους. Μάλιστα τα παιδιά της, ηλικίας τότε οκτώ, έξι και δυόμισι ετών, ταξίδεψαν μαζί της στην Κω και επισκέφθηκαν τους καταυλισμούς για να δουν πού εργάζεται η μαμά τους. «Ορισμένες φορές δεν μπορείς να εξηγήσεις πολύ καλά το γιατί με λόγια. Πρέπει να δώσεις την εικόνα στα παιδιά, να το καταλάβουν, να το βιώσουν. Συμμετείχαν και πρέπει να πω ότι επέδειξαν ιδιαίτερη ευαισθησία και αίσθημα ευθύνης», θυμάται.
Σήμερα, που οι μεγάλες ροές έχουν κοπάσει, η Αναστασία Παπαχρίστου επισημαίνει ότι τα νησιά παραμένουν σε μια «έντονη κατάσταση». «Θεωρώ ότι το φαινόμενο αυτό δεν έχει λήξει, δεν έχουν μπει τα πράγματα σε μια ισορροπία. Το φαινόμενο μετουσιώνεται και μεταλλάσσεται. Έχει μετουσιωθεί σε κάτι πιο βαθύ που θα πρέπει και να αναλύσουμε και διεξοδικά να ασχοληθούμε», παρατηρεί.
Το μεγάλο στοίχημα τώρα, πιστεύει, είναι η υποστήριξη των ανθρώπων. «Το μετά, η υποστήριξη όλων αυτών των ανθρώπων είναι κάτι για το οποίο πρέπει να κινηθούμε σε βάθος χρόνου. Θέλει πάρα πολύ χρόνο και κόπο και ιδιαίτερη μελέτη για να γίνει μεθοδική δουλειά. Δεν ξέρω αν είμαστε έτοιμοι, δεν ξέρω αν ο κόσμος και όχι μόνο η Ελλάδα είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο».
Και συμπληρώνει χαρακτηριστικά: «Ένα σπίτι χάνεται και ένα σπίτι πρέπει να φτιαχτεί. Για μένα το να τραβήξεις έναν άνθρωπο από τα χαλάσματα είναι πιο ξεκάθαρο, ίσως όχι εύκολο, αλλά ξεκάθαρο. Όμως το πώς θα του δημιουργήσεις την ασφάλεια και το σπίτι που έχασε, είναι ένα έργο πολύ δύσκολο».
Η υποστήριξη των προσφύγων που έχουν πέσει θύματα βασανιστηρίων αποτελεί το στόχο της κλινικής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Αθήνα, όπου η κ. Παπαχρίστου εργάζεται τον τελευταίο χρόνο. Το πρόγραμμα αποκατάστασης λειτουργεί από το 2014 μέχρι σήμερα από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, το Κέντρο Ημέρας Βαβέλ και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες. Μέχρι σήμερα 430 άνθρωποι από 44 χώρες έχουν λάβει ιατρική φροντίδα, φυσικοθεραπείες, φροντίδα ψυχικής υγείας, υπηρεσίες κοινωνικής και νομικής στήριξης.
Οι κύριες χώρες προέλευσης των θυμάτων είναι η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (21%), το Ιράν (10%), η Συρία (9%), το Αφγανιστάν (6%), το Σουδάν (5%), η Γουινέα (5%), η Νιγηρία (4%) και το Καμερούν (4%). Τα θύματα έχουν υποστεί πλήθος βασανιστηρίων, όπως τραυματισμούς στο κεφάλι, εξευτελισμούς, ηλεκτροσόκ, εικονικούς πνιγμούς και σεξουαλική βία, που τους άφησαν μυοσκελετικά και νευρολογικά προβλήματα, διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος, καρδιαγγειακά προβλήματα και προβλήματα ψυχικής υγείας.
Ωστόσο, σε πρόσφατη εκδήλωση του προγράμματος αποκατάστασης θυμάτων βασανιστηρίων αναδείχθηκε η έλλειψη θέσεων στέγασης για τα θύματα, κυρίως για τους άνδρες χωρίς οικογένεια και τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες.
Πόσο δύσκολη είναι λοιπόν η αποκατάσταση ενός ασθενούς που στερείται ακόμα και στέγης; Η Αναστασία Παπαχρίστου σχολιάζει θέτοντας ερωτήματα: «Πόσο δύσκολο είναι να δώσεις σε έναν ψυχικά ασθενή ένα υπναγωγό για να κοιμηθεί χωρίς να έχει πού να κοιμηθεί; Πώς μπορώ να δρομολογήσω μια θεραπεία με ισχυρούς φαρμακευτικούς παράγοντες και χειρουργεία επικείμενα, όταν ένας άνθρωπος δεν ξέρει αν θα παραμείνει στην Ελλάδα ή αν θα μετακινηθεί και πάλι;».
Την ίδια ώρα η συντονίστρια του προγράμματος υποστήριξης θυμάτων βασανιστηρίων, Λορίν Κέιπ- Ντέιβενχιλ, κάνει λόγο για αύξηση των παραπομπών θυμάτων βασανιστηρίων από τα νησιά (κυρίως τη Λέσβο και τη Σάμο) στην κλινική τους τελευταίους έξι μήνες. Ενδεικτικά αναφέρει ότι ενώ οι παραπομπές τον περασμένο Ιανουάριο ανήλθαν σε τέσσερις και τον Φεβρουάριο σε τρεις, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο ήταν 13 ανά μήνα.
Οι συνεχώς επιδεινούμενες συνθήκες διαμονής των προσφύγων και η μείωση της φροντίδας τους στα νησιά είναι σε μεγάλο βαθμό, κατά την κ. Κέιπ- Ντέιβενχιλ, οι λόγοι της αύξησης των παραπομπών. «Ειδικά για τα θέματα ψυχικής υγείας που προκαλούν ψυχικές διαταραχές, η βία που υπέστησαν οι άνθρωποι είναι φυσικά η κύρια αιτία, ωστόσο η ενεργοποίησή τους εξαρτάται πολύ από το περιβάλλον. Οι κακές συνθήκες παραμονής τους στη Λέσβο, τα επεισόδια βίας και το γεγονός ότι δεν λαμβάνουν την κατάλληλη φροντίδα συντελούν ώστε η κατάστασή τους να γίνεται περισσότερο σοβαρή και χρόνια», παρατηρεί.