Η   Ε λ λ η ν ι κ ή   Φ ω ν ή   σ ε   5 5   γ λ ώ σ σ ε ς
   G r e e k   V o i c e   i n   5 5   l a n g u a g e s



Πάμε Σινεμά ; Οι ταινίες της εβδομάδας
 
ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΤΟΝΙΑ ΜΑΝΙΑΤΕΑ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
Θέατρο - Σινεμά    (click)   Μουσική    (click)  Αθλητισμός    (click)  Οικονομικά Θέματα    (click)
     




Περιγράφει πώς είναι ένας ξένος να ζει και δραστηριοποιείται εκεί
Αθανάσιος Φραγκής, ένας Ελληνας της Ιαπωνίας



Tόκιο.-

Από την Κύμη Ευβοίας, στην πόλη Μίτο της Ιαπωνίας. Ο Αθανάσιος Φραγκής
βρέθηκε στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου έχοντας έναν συγκεκριμένο
σκοπό στο μυαλό του: να συστήσει στους Ιάπωνες μερικά από τα πιο
περίφημα ελληνικά προϊόντα, όπως λάδι, κρασί, φέτα και γιαούρτι.
Το 2001 ίδρυσε την εταιρεία εισαγωγής ελληνικών προϊόντων με το
ελληνικό όνομα «Νοστιμιά». Πρόκειται για μια καθαρά οικογενειακή
επιχείρηση, η οποία προμηθεύει τους Ιάπωνες με προϊόντα της ελληνικής
γης, «από τους καλύτερους παραγωγούς» της χώρας, όπως τονίζει.
Στην Ιαπωνία βρέθηκε για πρώτη φορά το 1972, ενώ στη συνέχεια
μετακόμισε στην Αγγλία, όπου έμεινε για 22 χρόνια. Εκεί γνώρισε τη
Γιαπωνέζα σύζυγό του, και κάποια στιγμή μέσα στο 2001 αποφάσισαν να
μείνουν μόνιμα στην ιδιαίτερη πατρίδα της.
«Όταν παντρευτήκαμε σκεφτήκαμε “εσύ είσαι Γιαπωνέζα, εγώ είμαι
Έλληνας, τι νόημα έχει να ζούμε στην Αγγλία;”. Η Ελλάδα ήταν ένα
δύσκολο μέρος για να ξεκινήσεις μια επιχείρηση εκείνη την εποχή, οπότε
εγκατασταθήκαμε στην Ιαπωνία», εξηγεί ο επιχειρηματίας. Ήταν μια
απόφαση που μπορεί να φαινόταν τρελή τότε για μερικούς, όμως, όπως
λέει ο ίδιος, «όταν παίρνουμε αποφάσεις, δεν τις παίρνουμε για να μας
πουν "μπράβο" οι άλλοι, τις παίρνουμε γιατί αυτό θέλουμε να κάνουμε».
Μικρός δεν είχε σκεφτεί να ασχοληθεί με το εμπόριο. «Η μητέρα μου με
προόριζε για δεσπότη. Πολύ κακή επιλογή», λέει και γελάει. Ο ίδιος
ήθελε να γίνει φιλόλογος, καθώς του αρέσει πολύ η ποίηση. «Είναι η
τελειότερη μορφή λόγου. Η ζωή στις μέρες μας είναι πεζή, υλιστική, μας
λείπει το όραμα. Οι άνθρωποι σήμερα δεν διαβάζουν, μόνο βλέπουν... Η
εικόνα σ' τα δίνει όλα έτοιμα, δεν βοηθά τη φαντασία», προσθέτει για
την «πρώτη του αγάπη», όπως  τη χαρακτήρισε.
Στην Ελλάδα εργαζόταν ως αστυνομικός -κάτι που αποφάσισε γρήγορα ότι
δεν του ταιριάζει- και έτσι αποφάσισε να φύγει στο Λονδίνο για
σπουδές. Πήρε το πτυχίο του στις κοινωνικές επιστήμες και άρχισε να
ασχολείται με τις επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα έκανε και εισαγωγές
αυτοκινήτων από την Ιαπωνία. Τότε ήταν που γνώρισε και τη σύζυγό του.
Η πόλη Μίτο, στην οποία ζει τα τελευταία 21 χρόνια, βρίσκεται 100 χλμ.
βόρεια του Τόκιο. Εκεί, είναι ο μοναδικός Έλληνας. Λίγο πιο κάτω, στο
μέσο δηλαδή μεταξύ Μίτο και Τόκιο, ζει άλλος ένας Έλληνας. «Με το
αυτοκίνητο είναι περίπου μισή ώρα. Είναι ο πιο κοντινός μου γείτονας»
λέει χαριτολογώντας.
«Οι Έλληνες στην Ιαπωνία είναι γύρω στους 300. Τους περισσότερους
-τουλάχιστον όσους είναι εγγεγραμμένοι στην πρεσβεία και
δραστηριοποιούνται- τους γνωρίζω», προσθέτει.
Στην ερώτηση τι άποψη έχουν οι Ιάπωνες για την Ελλάδα,  απαντά με
ειλικρίνεια το εξής: «Έχουν την ίδια άποψη που έχουν και οι
περισσότεροι ξένοι, γιατί έτσι τους έχουμε μάθει εμείς. Ξέρουν τη
Μύκονο, τη Σαντορίνη, τα άσπρα σπιτάκια και τη γαλάζια θάλασσα. Μέχρι
εκεί φτάνει η γνώση τους για την Ελλάδα, εκτός από αυτούς οι οποίοι
είναι πιο ψαγμένοι και γνωρίζουν την ιστορία μας και τον πολιτισμό
μας. Αυτοί συνήθως είναι σε ηλικίες από 50 ετών και πάνω. Πολύ σπάνια
βλέπεις νεότερους να ενδιαφέρονται σε αυτό το επίπεδο. Αυτό έρχεται σε
αντίθεση με αυτό που πιστεύουμε εμείς, ότι γνωρίζουν δηλαδή την
ιστορία μας. Ελάχιστα τη γνωρίζουν».

Όσο για το ποια είναι η αντίδρασή τους όταν τους λέει ότι είναι από
την Ελλάδα, ο κ. Φραγκής σημειώνει πως οι δυο λαοί «δεν υπήρξαμε ποτέ
εχθροί». «Πάντα με αντιμετώπιζαν με καλοσύνη και με ευγένεια. Είναι
πάρα πολύ φιλόξενοι, πάρα πολύ τίμιοι σαν άνθρωποι. Προσπαθούν να σε
προσεγγίσουν και να σε μάθουν όταν σε γνωρίσουν. Η Ιαπωνία είναι ίσως
η ασφαλέστερη χώρα στον κόσμο».
Πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει ως τον πρώτο άνθρωπο που σύστησε στους
Ιάπωνες το ελληνικό ελαιόλαδο. Ο ίδιος όμως ξεκαθαρίζει πως δεν υπήρξε
ο πρώτος που τους το σύστησε, αλλά ο πρώτος ο οποίος το έκανε πιο
επαγγελματικά και πιο συστηματικά. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα
ελληνικά προϊόντα που έμαθαν να γεύονται οι Ιάπωνες, όπως το κρασί, οι
ελιές, η φέτα, το γιαούρτι και άλλα.
Πώς όμως ένας Έλληνας παίρνει την απόφαση να δραστηριοποιηθεί
επαγγελματικά στην Ιαπωνία, και δη στον χώρο του χονδρεμπορίου,
εισάγοντας προϊόντα από την Ελλάδα;
«Όταν η γυναίκα μου κι εγώ αποφασίσαμε να έρθουμε, είπαμε να κάνουμε
μια έρευνα. Διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε τίποτα ελληνικό, και το είδα
αυτό ως μια ευκαιρία να φέρουμε την Ελλάδα εδώ. Ήταν και μια ανάγκη
που είχα εγώ, να δημιουργήσω κάτι σε αυτή τη χώρα. Επίσης, ίσως να
φανεί κάπως ρομαντικό αυτό που θα πω, αλλά ήθελα να δώσω κι εγώ κάτι
πίσω στην Ελλάδα που με γέννησε και μου έδωσε αυτά που μπορούσε να μου
δώσει. Ήταν και ένα πείσμα αν θέλεις. Γιατί σκεφτόμουν “είναι
καλύτεροι οι Ιταλοί που έχουν γεμίσει π.χ. την αγορά με δικά τους
προϊόντα;”. Κάπως έτσι. Γι' αυτούς τους λόγους κυρίως το έκανα.
Βέβαια, δεν ήταν εύκολο. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο», ξεκαθαρίζει ο
73χρονος σήμερα επιχειρηματίας.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει, σε αυτό το ρίσκο που πήρε τον βοήθησε πολύ
η ελληνική πρεσβεία και μαζί αντιμετώπισαν τις προκλήσεις που
παρουσιάστηκαν στον δρόμο του. Μάλιστα, πολλοί τον θεώρησαν ανόητο
όταν τους είπε την πρόθεσή του. «Μου είπαν ότι η ιαπωνική διατροφή
επικεντρώνεται στα ψάρια και στα λαχανικά και ότι τα γαλακτοκομικά
προϊόντα και το ελαιόλαδο δεν έχουν καμία πιθανότητα επιτυχίας»,
διηγείται.
Η Nostimia είναι μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση η οποία κατά βάση
εισάγει τρόφιμα και κρασιά. Αντιπροσωπεύει αρκετές ελληνικές εταιρείες
και εισάγει ελληνικά και κυπριακά προϊόντα, «γιατί για εμάς η Κύπρος
είναι Ελλάδα», όπως επισημαίνει ο κ. Φραγκής.
«Έχουμε μια εκτεταμένη γκάμα κρασιών, γύρω στις 60 ετικέτες, φέτα -σε
λίγο φέρνουμε και γραβιέρα Κρήτης- και γιαούρτι, το οποίο όμως είναι
λίγο πιο δύσκολο γιατί έχει πολύ μεγάλους δασμούς. Έτσι, όσον αφορά το
γιαούρτι, φέρνουμε μικρές ποσότητες κατά παραγγελία. Επίσης,
προμηθεύουμε τους Ιάπωνες με ελιές, λάδι, μέλι, μαρμελάδες και άλλα
προϊόντα» αναφέρει χαρακτηριστικά. Τα περισσότερα φτάνουν μέσω
θαλάσσης, εκτός από τα πιο ευαίσθητα, όπως τα γιαούρτια και τα τυριά
που ταξιδεύουν αεροπορικώς.
Όποιος θέλει να αγοράσει στη λιανική, υπάρχει το διαδικτυακό μαγαζί
της «Νοστιμιάς», το nostimia.com. Μάλιστα, όπως λέει ο κ. Φραγκής, οι
ηλεκτρονικές πωλήσεις ανέβηκαν σε ποσοστό 40% κατά τη διάρκεια της
πανδημίας του κορωνοϊού.
«Αν αφαιρέσουμε τα κρασιά, γιατί και αυτά έχουν μια πολύ καλή πορεία
τώρα τελευταία, στην κορυφή θα έβαζα το λάδι και τη φέτα, και τα
υπόλοιπα λίγο παρακάτω» αναφέρει ο κ. Φραγκής περιγράφοντας ποια
ελληνικά προϊόντα προτιμούν περισσότερο οι Ιάπωνες. Σε αυτό το σημείο,
ο επιτυχημένος Έλληνας επιχειρηματίας στέκεται στο θέμα της
αναγνωρισιμότητας προϊόντων, από το οποίο πάσχει η χώρα μας:
«Δεν έχουμε brand. Αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα για τα ελληνικά
προϊόντα σε ολόκληρο τον κόσμο. Βλέπεις τους Ιταλούς -που είναι οι
κύριοι ανταγωνιστές μας, θα μπορούσε να πει κανείς- να έχουν τα ίδια
προϊόντα με τα δικά μας, αλλά την ίδια στιγμή να έχουν και τα brand
Gucci, Ferrari κ.λπ. Το πρόβλημα είναι δηλαδή ότι οι ξένοι δεν μας
γνωρίζουν και από κάπου αλλού, όπως από τα προϊόντα μας. Μας γνωρίζουν
από την Ακρόπολη, από τη Σαντορίνη, όχι όμως για τα προϊόντα μας».
«Είναι εύκολο να αλλάξει αυτό;» . «Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν έχουμε
καταλάβει τι είναι το μάρκετινγκ. Πιστεύουμε πως είναι διαφήμιση. Δεν
είναι όμως αυτό. Το μάρκετινγκ είναι έρευνα. Δεν έχουμε καταλάβει ένα
πράγμα, τουλάχιστον οι επιχειρηματίες οι δικοί μας. Το ότι για να έχει
επιτυχία ένα προϊόν πρέπει να έχει αναγνωρισιμότητα. Πόσες φορές έχεις
πει στιγμιαίος καφές και όχι νες καφέ; Ή και αν δεις οποιοδήποτε άλλο
σχετικό brand, πάλι νες καφέ θα πεις» μου εξηγεί.
Η προσαρμογή στη νέα του ζωή εκεί ήταν εύκολη, γιατί «γενικά αγαπά
όλους τους ανθρώπους». Οι Ιάπωνες είναι γι' αυτόν ένας ήσυχος,
ευγενικός λαός. «Δεν χρειάζεται να κάνεις σύγκριση με αυτό που ξέρεις
όταν πας κάπου. Αν συγκρίνεις με αυτό που είχες και σου αρέσει
περισσότερο, τότε πήγαινε πάλι στην πατρίδα σου. Εδώ θα πρέπει να
προσαρμοστείς με αυτό που βρήκες. Δεν έχουν κάτι το περίεργο οι
Ιάπωνες, είναι μια χαρά λαός. Μου αρέσει που διατηρούν την παράδοσή
τους και που δεν έχουν ξεχάσει καθόλου την κουλτούρα τους και την
παράδοση τους» σημειώνει.
Αυτό όμως που δεν του αρέσει είναι αυτή η συλλογικότητα που έχουν ως
λαός, γιατί ο ίδιος είναι άνθρωπος που του αρέσει να παίρνει αποφάσεις
μόνος του. «Ο Ιάπωνας είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι πολύ
ευθυνόφοβος και δεν του αρέσει γενικά να προεξέχει από όλους τους
άλλους, δεν θέλει να φανεί ότι σηκώνει κεφάλι. Αυτό σημαίνει ότι δεν
παίρνει ποτέ μια απόφαση. Είναι μια κακώς εννοούμενη περηφάνεια που
δυσκολεύει τη ζωή των άλλων ορισμένες φορές», παρατηρεί.
Όσο για τα ιαπωνικά, δεν ήξερε να τα μιλάει πριν πάει στην Ιαπωνία,
αλλά ούτε τα έχει μάθει μέχρι σήμερα καλά, όπως ομολογεί με χιούμορ.
«Ξέρω ελάχιστα πράγματα. Το επιδίωξα αλλά είναι και δύσκολη γλώσσα...
Στα μαθήματα απαντούσα μια χαρά στην καθηγήτρια, αλλά μόλις έβγαινα
έξω από την αίθουσα δεν θυμόμουν τίποτα» παραδέχεται γελώντας.
«Εάν θα έκανα μια σύγκριση, οι Ιάπωνες μου θυμίζουν την Ελλάδα της
δεκαετίας του '50 ως νοοτροπία. Μεγάλωσα στην Αθήνα, δεν έχω ζήσει
στην ελληνική επαρχία. Οπότε η εικόνα που μου θυμίζουν είναι αυτή της
Αθήνας εκείνη την περίοδο. Σαν διαφορά, θα αναφερθώ και πάλι στη
συλλογική σκέψη που έχουν οι Ιάπωνες. Είναι κοινωνία του συνόλου και
όχι της μονάδας. Στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Δεν
τους αρέσει να κάνουν ένα βήμα μπροστά μόνοι τους, κάτι το οποίο είναι
και καλό και κακό. Καλό γιατί “η ισχύς εν τη ενώσει”, κακό γιατί δεν
βγάζουν ηγέτες. Είναι όμως ένας τρόπος επιβίωσης κι αυτός» αναφέρει
χαρακτηριστικά.
Πηγή iefimerida



 

ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!

Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα στα ίδια μένουν... ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία». Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων - εραστών και της εξουσίας... ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του 80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης, σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο τόπος και εκείνη η γενιά. ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές «μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της ...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους, για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως της όποιας εκλογικής αναμέτρησης... ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που ...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων» ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει... ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους «τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...

Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας

Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>


 




Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία