|
| | | | Κόσοβο: Οδοιπορικό στη διαιρεμένη Μιτρόβιτσα.
Δέκα και πλέον χρόνια μετά την κρίση, η γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ δεν έχει κατορθώσει ακόμη να ενώσει Αλβανούς και Σέρβους
Μιτρόβιτσα
Μόλις δέκα λεπτά είναι αρκετά για να διασχίσεις με το αυτοκίνητο τη Μιτρόβιτσα, από την αλβανική έως τη σερβική της πλευρά, αλλά τα "χιλιόμετρα" που πρέπει να διανυθούν για να υπάρξει πραγματική προσέγγιση ανάμεσα στις δύο κοινότητες (Σέρβους και Αλβανούς) που ζουν βορείως και νοτίως του ποταμού Ίμπαρ, στη διαιρεμένη αυτή πόλη του Κοσόβου, είναι πολλά και δύσκολα. Γεμάτα προκαταλήψεις του παρελθόντος, καχυποψία και πάθη αιώνων, που κάνουν την πόλη να θυμίζει κάτι από Βερολίνο της εποχής του Ψυχρού Πολέμου.
Ανεβαίνοντας στο βόρειο, σερβικό τομέα της πόλης, όπου κυριαρχούν οι σημαίες με το δικέφαλο αετό στους ιστούς των μπαλκονιών, οι πινακίδες από το Βελιγράδι, τη Νις και άλλες σερβικές πόλεις στα αυτοκίνητα και αυτοκόλλητα με τη μορφή του Ρώσου πρωθυπουργού, Βλαντίμιρ Πούτιν και του Σέρβου υπερεθνικιστή ηγέτη, Βόισλαβ Σέσελι, στις εισόδους κτιρίων και καταστημάτων, συνειδητοποιούμε ότι μία και πλέον δεκαετία μετά τα γεγονότα του 1999, το "ρολόι" του χρόνου έχει κολλήσει στο παρελθόν.
Στο καφέ "Incognito", όπου ένας καπουτσίνο και ένας λάτε κοστίζουν μόλις 1,80 ευρώ, νεαροί Σέρβοι με τα netbooks ανά χείρας "σερφάρουν" στο Διαδίκτυο, αναζητώντας "παράθυρο" στον έξω κόσμο, όπως μας λένε χαρακτηριστικά οι 18χρονες Όλγα και Τεοντόρα, που ένα βήμα πριν από το πανεπιστήμιο, ονειρεύονται μια ζωή μακριά από εδώ. Στο Βελιγράδι, ή σε κάποια άλλη μεγάλη σερβική πόλη.
"Είναι λίγο καλύτερα απ' ό,τι πριν. Έχουμε όλα όσα χρειαζόμαστε, αλλά είμαστε περιορισμένες, καθώς δεν μας δίνονται τόσες ευκαιρίες όσες θα είχαμε, εάν ζούσαμε κάπου αλλού, όπως, για παράδειγμα, στο Βελιγράδι", λέει η Τεοντόρα.
Οι δύο νεαρές, μαθήτριες της τελευταίας τάξης του λυκείου, αισθάνονται εγκλωβισμένες στην πόλη τους και θέλουν ν' ανοίξουν τα "φτερά" τους. "Η πόλη μας είναι διαιρεμένη κι έχουμε μόνο έναν μικρό χώρο για να κινηθούμε. Για παράδειγμα, όταν βγαίνουμε έξω το βράδυ, αναγκαζόμαστε να ανεβοκατεβαίνουμε έναν, τον ίδιο δρόμο, για να κάνουμε βόλτα. Κάνουμε απλά κύκλους?", μας λέει η Τεοντόρα.
Και η Όλγα μας εξηγεί πως στη Μιτρόβιτσα, για τη νέα γενιά δεν υπάρχουν πολλές διέξοδοι. "Τα σχολεία μας είναι λίγα, ενώ όσο για αθλητικές δραστηριότητες ? μπάσκετ, ποδόσφαιρο, καράτε κι αυτό είναι όλο. Δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις να διασκεδάσουμε, όπως άλλοι νέοι στην ηλικία μας, που μένουν κάπου αλλού. Οι δυνατότητες εξόδου σε σινεμά ή θέατρο είναι πολύ περιορισμένες", τονίζει.
Η Όλγα και η Τεοντόρα ετοιμάζουν ήδη "βαλίτσες" για το Βελιγράδι. Η Τεοντόρα θέλει να ασχοληθεί με τη μουσική, όπως και η Όλγα, η οποία βλέπει, επίσης, με "καλό μάτι" την ιατρική, την οποία εξασκεί και η μητέρα της.
Οι γονείς των δύο νεαρών κοριτσιών δεν σκέφτονται να φύγουν από το Κόσοβο, αλλά για τις ίδιες ονειρεύονται μια καλύτερη ζωή, γι' αυτό και τις προτρέπουν να φύγουν. "Η μητέρα μου είναι γιατρός και στο Κόσοβο κερδίζει περισσότερα χρήματα απ' ό,τι θα έβγαζε στο Βελιγράδι, όπου οι θέσεις εργασίας είναι περιορισμένες και ο ανταγωνισμός μεγαλύτερος. Ωστόσο, εμένα μού λέει να φύγω. Να πάω στο Βελιγράδι ή αλλού και να ζήσω μια καλύτερη ζωή", μας λέει η Όλγα και η Τεοντόρα κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι.
Οι δύο νεαρές Σέρβες ονειρεύονται μια ζωή, χωρίς τεχνητούς ή άλλου είδους περιορισμούς. Μια ζωή, στην οποία η βραδινή βόλτα τους θα είναι κάτι περισσότερο από απλά μια μονότονη πορεία, πάνω-κάτω στον ίδιο δρόμο, που οδηγεί στη γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ, μια γέφυρα που ενώνει τόπους, αλλά όχι εθνότητες και συνειδήσεις.
Χαρακτηριστικό του διχασμού που εξακολουθεί να υπάρχει ανάμεσα στις δύο κοινότητες είναι ένα περιστατικό που μας διηγείται η Όλγα. Μουσικός η ίδια, ήθελε να παίξει πιάνο μαζί με Αλβανούς μουσικούς, σε κάποια περιοδεία, αλλά η κοινωνία στη διαιρεμένη πόλη της Μιτρόβιτσα, δεν μπορούσε να κατανοήσει αυτή τη συνύπαρξη, έστω κι αν επρόκειτο απλά για μουσική?
"Δεν θέλουμε να μείνουμε εδώ, υπό αυτές τις συνθήκες. Εγώ, προσωπικά, θα ήθελα να γυρίσω πίσω, μετά τις σπουδές, αλλά δεν βλέπω τον τρόπο. Η κατάσταση εδώ νομίζω πως θα γίνει ακόμη χειρότερη. Δεν υπάρχουν οι συνθήκες εκείνες που θα έκαναν τη ζωή μας να είναι στο ίδιο επίπεδο μ' αυτή των άλλων παιδιών στην ηλικία μας, στο Βελιγράδι. Ελπίζω και προσεύχομαι ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, αλλά, προσωπικά, δεν βλέπω κάτι τέτοιο", μας λέει η Τεοντόρα, όταν τη ρωτάμε πώς βλέπει το μέλλον.
Όσο για το σχεδιαζόμενο διάλογο Βελιγραδίου-Πρίστινας, οι δύο νεαρές εμφανίζονται μάλλον προβληματισμένες. "Σίγουρα, ελπίζω πως ο διάλογος μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας θα βοηθήσει ώστε να βελτιωθεί η ζωή μας εδώ. Αλλά και πάλι, δεν ξέρω. Δεν έχουμε επιρροή εδώ για το πώς θα διαμορφώσουμε τη ζωή μας", τονίζει η Τεοντόρα και η Όλγα προσθέτει: "Δεν έχω ακούσει τόσα πολλά για το διάλογο, αλλά σίγουρα ελπίζω πως θα οδηγήσει κάπου ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής μας".
Λίγο πιο πάνω από το καφέ, όπου συναντήσαμε τις δύο νεαρές, μας σταματά μια ομάδα 9χρονων Σέρβων, δείχνοντας με επιμονή το φακό στον ώμο του φωτορεπόρτερ μας. Θέλουν να τούς φωτογραφίσουμε και να τούς στείλουμε τις φωτογραφίες μέσω ? facebook! Μας μιλούν στη σερβική κι όταν καταλαβαίνουν πλέον πως είναι μάταιο να τους κατανοήσουμε, παίρνουν ένα στιλό κι ένα κομμάτι χαρτί και μας γράφουν τα ονόματά τους για να τους αναζητήσουμε στους χρήστες του συγκεκριμένου ιστοτόπου κοινωνικής δικτύωσης. Η ανεμελιά της ηλικίας τους και το πλατύ χαμόγελο στα αθώα, παιδικά προσωπάκια τους, μας δείχνει ένα άλλο "πρόσωπο" της Μιτρόβιτσα.
Διασχίζοντας τη γέφυρα και περνώντας στην αλβανική πλευρά, συναντάμε σ' έναν από τους κεντρικούς δρόμους μια παρέα ηλικιωμένων Αλβανών, που καθισμένοι σ' ένα παγκάκι, συνομιλούν σε υψηλούς τόνους κι έντονο ύφος, μ' έναν απ' αυτούς να κουνά επιδεικτικά το δάχτυλο πάνω από τη φωτογραφία του πρωθυπουργού, Χασίμ Θάτσι, που δημοσιεύει γνωστή εφημερίδα της Πρίστινας.
Ζητάμε τη βοήθεια νεαρής περαστικής για να καταλάβουμε τι λένε. "Μαλώνουν για το αν θα πρέπει ο Θάτσι να συνεχίσει να είναι πρωθυπουργός. Οι μισοί θεωρούν ότι χωρίς τον Θάτσι θα καταρρεύσει το Κόσοβο και οι άλλοι ζητούν αλλαγή για να μπορέσει, όπως λένε, ο τόπος να προχωρήσει. Αυτοί, οι τελευταίοι, θεωρούν μεγάλη ήττα το γεγονός ότι δεν έχουμε αναγνωριστεί από όλες τις χώρες και πως εξακολουθούμε να ζούμε υπό συνθήκες φτώχειας", μας λέει, ενώ όταν ρωτάμε τη δική της άποψη για το θέμα, μας χαμογελά και κοιτώντας το ρολόι μας λέει πως έχει αργήσει στο ραντεβού της?
Σε αντίθεση με τη νεαρή ? μεταφράστριά μας, που διστάζει να μας μιλήσει, ο 19χρονος Λ., που εργάζεται σε κεμπαμπτζίδικο της Μιτρόβιτσα, αποδεικνύεται χείμαρρος! "Η ζωή εδώ είναι δύσκολη και δεν μπορώ να πω ότι μ' ευχαριστεί αυτό που βιώνω. Τα χρήματα είναι λίγα και οι ανάγκες πολλές. Πρέπει οι πολιτικοί να βγουν από τη 'γυάλα' τους και να καταλάβουν τις πραγματικές ανάγκες του λαού. Το στομάχι πρέπει να γεμίζει. Θέλουμε δουλειές, καλύτερη εκπαίδευση και φυσικά ένα κράτος πραγματικά ανεξάρτητο, με αναγνώριση από παντού", τονίζει ο νεαρός, ο οποίος προτιμά να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Σε ό,τι αφορά τον πολυαναμενόμενο διάλογο Βελιγραδίου-Πρίστινας, ο νεαρός Αλβανός, που προέρχεται από πολυμελή οικογένεια, μας λέει ότι ο ίδιος, προσωπικά, δεν ελπίζει σε πολλά πράγματα. "Τι να συζητήσουμε, όταν το Βελιγράδι δεν μας έχει καν αναγνωρίσει ως κράτος", σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ένα αόρατο μεν, αλλά καλά "θωρακισμένο" σύνορο χωρίζει το σερβικό από τον αλβανικό τομέα της πόλης. Πριν από το 1999, η Μιτρόβιτσα, σε απόσταση μόλις μιας ώρας από την πρωτεύουσα, Πρίστινα, ήταν μια πόλη, όπου Αλβανοί και Σέρβοι απολάμβαναν ένα καλό επίπεδο ζωής, χάρη στα εργοστάσια της βαριάς βιομηχανίας, που ήταν ανεπτυγμένα γύρω από την πόλη.
Πριν από τον πόλεμο του 1999, σύμφωνα με στοιχεία που έχουν δει κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας, στη Μιτρόβιτσα ζούσαν περίπου 68.000 Αλβανοί, 10.000 Σέρβοι, καθώς και διάφορες άλλες κοινότητες - κυρίως Ρομά.
Μετά το 1999 και τους ΝΑΤΟϊκούς βομβαρδισμούς στη Σερβία, οι Σέρβοι που ζούσαν στο νότο της Μιτρόβιτσα άρχισαν να μετακινούνται προς το βορρά, όπου διέμενε η πλειοψηφία και, αντίστοιχα, οι Αλβανοί του βορρά κατέβηκαν στο νότιο τμήμα της πόλης.
Οι αριθμοί ως προς την εθνοτική σύνθεση της πόλης μπορεί να μην διαφέρουν, σήμερα, κατά πολύ απ' αυτούς του 1999, ωστόσο η Μιτρόβιτσα δεν έχει καταφέρει να ξαναβρεί την πολυεθνοτική της "ταυτότητα" και παραμένει μια διαιρεμένη πόλη, ακόμη κι αν έχουν περάσει τόσα χρόνια από την περίοδο της μεγάλης κρίσης.
Ο διχασμός "λάβωσε" τη βιομηχανία και η ανεργία έχει "χτυπήσει" κόκκινο, χρόνια τώρα. Από το 1999, η Μιτρόβιτσα έχει γίνει πεδίο εθνοτικών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων, με άγρια ενίοτε αποτελέσματα, εξαιτίας των οποίων, όποια φωτογραφία κι αν τραβήξεις πάνω στη γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ ένα είναι σίγουρο: πως θα έχεις πάντα στο πλάνο αστυνομικούς και στρατιώτες να παρακολουθούν, με άγρυπνο βλέμμα, κάθε κίνηση, κάθε βηματισμό?
|
|
|
|
ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!
|
Όλα τριγύρω
αλλάζουνε και όλα
στα ίδια μένουν...
ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία».
Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με
την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια
έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την
αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να
την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων
- εραστών και της εξουσίας...
ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του
80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και
πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης,
σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα
το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής
μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε
θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο
τόπος και εκείνη η γενιά.
ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές
«μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις
ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον
περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που
χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών
ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα
ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της
...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που
βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι
στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους,
για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως
της όποιας εκλογικής αναμέτρησης...
ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν
δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον
από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία
επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα
κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν
υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική
σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική
εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι
σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που
ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι
πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που
...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων»
ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον
δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν
παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για
δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει...
ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια
και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και
γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που
είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την
δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του
Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής
τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι
περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους
«τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές
τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...
|
Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας
|
Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>
|
|
|
|
|