O ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) είναι ένας "επικίνδυνος σεξουαλικός επισκέπτης", ο οποίος εκτός από το ότι ενοχοποιείται για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, συσχετίζεται και με καρκίνους άλλων οργάνων (κόλπου, αιδοίου, πρωκτού, πέους, στοματικής κοιλότητας, αμυγδαλών, φάρυγγα, λάρυγγα, οισοφάγου, πιθανόν και άλλων) και, μάλιστα, σε ποσοστά που κυμαίνονται από 30-90%.
Την τελευταία δεκαετία, ο απόλυτος αριθμός των συσχετιζόμενων με τον ιό HPV κρουσμάτων καρκίνου του στοματοφάρυγγα ανά έτος, έχει ξεπεράσει πλέον τον αριθμό των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας στις ΗΠΑ, τον Καναδά, στις σκανδιναβικές χώρες και στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τα παραπάνω επεσήμανε ο καθηγητής μαιευτικής- γυναικολογίας του ΑΠΘ Θεόδωρος Αγοραστός, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή την 6η Σύνοδο της Ελληνικής Εταιρείας Έρευνας και Αντιμετώπισης του Ιού των Ανθρωπίνων Θηλωμάτων που θα πραγματοποιηθεί 21-23 Φεβρουαρίου στη Θεσσαλονίκη,
"Καθοριστική σημασία έχει το γεγονός ότι ο τύπος του HPV, που προκαλεί καρκίνο στον στοματοφάρυγγα, αλλά και στα περισσότερα από τα παραπάνω αναφερθέντα όργανα είναι, σε ποσοστό 80-95%, ο 16, ακολουθούμενος σε σειρά συχνότητας από τους 18, 33, 35 και άλλους, σχεδόν όπως και στον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας" πρόσθεσε ο κ. Αγοραστός.
Η προστασία από τους συσχετιζόμενους με τον ιό HPV καρκίνους μπορεί να επιτευχθεί πρωτογενώς με τον εμβολιασμό και δευτερογενώς με προληπτικό έλεγχο ώστε να υπάρχει έγκαιρη ανίχνευση. Τα εμβόλια για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας που κυκλοφορούν παρέχουν προστασία από 2 ή 4 καρκινογόνους τύπους του ιού, ενώ μελλοντικά αναμένεται να κυκλοφορήσει εμβόλιο, το οποίο θα παρέχει μεγαλύτερη προστασία καθώς θα είναι εννεαδύναμο (θα προστατεύει από 9 τύπους).
Η γυναίκα που έχει κάνει το εμβόλιο κατά του ιού HPV μπορεί να "κοιμάται ήσυχη" ότι δεν θα προσβληθεί από καρκίνο του τραχήλου. Ωστόσο, δεν ισχύει το ίδιο για τους καρκίνους τον άλλων οργάνων γιατί αυτοί, εκτός από τον HPV μπορεί να συσχετίζονται και με άλλους παράγοντες. Δηλαδή όσοι κάνουν το εμβόλιο θα είναι μεν προστατευμένοι από τον καρκίνο που προκαλεί ο HPV αλλά όχι γενικότερα από τον καρκίνο που είναι διαφορετικής αιτιολογίας.
Τόσο ο καθηγητής ωτορινολαρυγγολογίας Ιωάννης Κωνσταντινίδης, όσο και ο καθηγητής ουρολογίας Δημήτρης Χατζηχρήστου, επεσήμαναν τα μακροπρόθεσμα οφέλη του εμβολιασμού και των ανδρών κατά του HPV.
Ο κ. Χατζηχρήστου χαρακτήρισε τον HPV ως "επικίνδυνο σεξουαλικό επισκέπτη" επειδή εντοπίζεται στα όργανα που σχετίζονται με τη σεξουαλική πράξη και τόνισε ότι είναι διάκριση σε βάρος των ανδρών το να μην καλύπτεται στη χώρα μας το κόστος του εμβολιασμού τους.
"Σκέφτονται το κόστος του εμβολιασμού και δεν σκέπτονται το κόστος για την αντιμετώπιση του καρκίνου που μπορεί να εκδηλωθεί στο μέλλον και να είναι πολύ μεγαλύτερο. Σκεφτείτε ότι ένας άντρας που θα εμβολιαστεί δεν θα πάθει κονδυλώματα, δεν θα μεταδώσει τον ιό σε καμία γυναίκα και επιπλέον θα έχει μια προστασία έστω και 15% από τον καρκίνο" ανέφερε ο κ. Χατζηχρήστου.
Ο κ. Κωνσταντινίδης, από την πλευρά του, σημείωσε ότι ο καρκίνος του στοματοφάρυγγα είναι πολυπαραγοντικός κι ενώ παλαιότερα παρατηρείτο σε καπνιστές και αλκοολικούς μέσης ηλικίας σήμερα παρατηρείται και σε μη καπνιστές και σε μη αλκοολικούς νεότερης ηλικίας και είναι ιογενούς αιτιολογίας.
"Η ευρεία εφαρμογή του εμβολιασμού σε χώρες με μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού, όπως η Αυστραλία, πέτυχε σχεδόν την εξαφάνιση των γεννητικών κονδυλωμάτων στα εμβολιασθέντα κορίτσια και τη σημαντική ελάττωση στους μη εμβολιασθέντες άνδρες, λόγω της λεγόμενης 'ανοσοποίησης πεδίου'. Παράλληλα, διαπιστώνεται σημαντική ελάττωση των προκαρκινικών αλλοιώσεων και των χειρουργικών επεμβάσεων στον τράχηλο στις εμβολιασθείσες γυναίκες" ανέφερε από την πλευρά του ο κ. Αγοραστός.
Το γνωστό τεστ Παπανικολάου για τον προληπτικό έλεγχο των γυναικών για καρκίνο του τραχήλου της μήτρας άρχισε σε ορισμένες χώρες να συμπληρώνεται ή και να αντικαθίσταται από το HPV DNA test, λόγω μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας του δευτέρου.
Πολυκεντρική μελέτη και στην Ελλάδα επιβεβαιώνει τη σαφή υπεροχή του HPV DNA test έναντι του τεστ Παπανικολάου. Ωστόσο, το τεστ αυτό δεν έχει εφαρμογή για την πρόληψη του σχετιζόμενου με τον ιό HPV καρκίνου των άλλων οργάνων.
Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα τεσσάρων μεγάλων προοπτικών μελετών που δημοσιεύτηκαν προ 2μήνου στο Lancet, ο πληθυσμιακός έλεγχος που βασίζεται στο HPV test προσφέρει 60-70% μεγαλύτερη προστασία από τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, σε σύγκριση με το τεστ Παπανικολάου.
Να σημειωθεί ότι, παγκοσμίως, διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο με καρκίνο τραχήλου μήτρας περίπου 500.000 γυναίκες (το 80% σε αναπτυσσόμενες χώρες) και δυστυχώς περίπου οι μισές (275.000) καταλήγουν από τη νόσο. Στην Ευρώπη, ο αριθμός νέων περιστατικών κάθε χρόνο φτάνει περίπου τις 50.000, στις ΗΠΑ τις 13.000, και στην Ελλάδα καταγράφονται 400 περίπου νέα περιστατικά. Περίπου το 6% των Ελληνίδων ηλικίας 18-60 ετών είναι φορείς ογκογόνων τύπων του HPV. Ο τύπος 16 είναι ο πλέον ογκογόνος και ο πιο συχνός, τόσο διεθνώς όσο και στις Ελληνίδες.
Η συχνότητα ανίχνευσης του HPV στον τράχηλο της μήτρας των γυναικών είναι υψηλότερος στις νεαρές ηλικίες. Στις ηλικίες 18-30 ετών, η εμφάνισή του είναι από 15-30%, ανάλογα με την περιοχή και ελαττώνεται σημαντικά με την πάροδο της ηλικίας. Έτσι, στις ηλικίες μεγαλύτερες των 50 ετών περίπου, η εμφάνισή του είναι 2-5%. Αντίθετα, τα ποσοστά ανίχνευσης του ιού στη γεννητική περιοχή είναι 40-60%, στην περιπρωκτική περιοχή 7,5-15% και στη στοματοφαρυγγική κοιλότητα 2,5-5%. Τα ποσοστά στους άνδρες με την αύξηση της ηλικίας παραμένουν σχεδόν σταθερά και δεν ελαττώνονται.
Ο ιός μεταδίδεται σε άνδρες και γυναίκες συνήθως με τις διάφορες μορφές σεξουαλικής επαφής μεταξύ των συντρόφων, αλλά και με στενή επαφή δέρματος και βλεννογόνων. Περίπου το 90% των γυναικών που μολύνονται από τον ιό, παύουν να είναι φορείς, δηλαδή έχουν αρνητικό HPV test, μετά από παρέλευση περίπου δύο ετών. Καθοριστικό ρόλο στην ικανότητα απαλλαγής του ατόμου από την HPV λοίμωξη παίζει η κατάσταση της λεγόμενης ανοσιακής απάντησης στην ιογενή εισβολή. Η λήψη ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, τα αυτοάνοσα νοσήματα, το κάπνισμα, η έλλειψη διατροφής πλούσιας σε φρούτα και λαχανικά και το έντονο και διαρκές stress θεωρούνται επιβαρυντικοί παράγοντες όσον αφορά στην ανοσιακή άμυνα του οργανισμού.