Η άσκηση στην παιδική ηλικία είναι ωφέλιμη και ακόμη και στις περιπτώσεις συγγενών ή επίκτητων καρδιακών παθήσεων επιτρέπεται τουλάχιστον η ήπια αθλητική δραστηριότητα ψυχαγωγικού χαρακτήρα. Ωστόσο υπάρχουν περιορισμοί στη συμμετοχή των παιδιών σε ανταγωνιστικά αθλήματα, διότι η εντατική άθληση (πρωταθλητισμός) μπορεί να προκαλέσει ποικίλες μορφολογικές ή λειτουργικές ανωμαλίες του μυοκαρδίου (γνωστές και ως «καρδιά αθλητή») ή να αποκαλύψει ασυμπτωματικές καρδιακές παθήσεις επικίνδυνες ακόμη και για τη ζωή. Τα παραπάνω επισήμανε η επίκουρη καθηγήτρια Παιδιατρικής-Παιδοκαρδιολογίας ΑΠΘ (Δ΄ Παιδιατρική Κλινική, Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου») Κυριακή Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου, με αφορμή τη 2η Διακλινική Επιστημονική Παιδιατρική Ημερίδα με θέμα “Πρόληψη για την αποφυγή νόσου” που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
“Η άσκηση στην παιδική ηλικία είναι ωφέλιμη διότι συμβάλλει στη σωματική και ψυχική υγεία των παιδιών και στη βελτίωση της φυσικής τους κατάστασης, καταπολεμά κακές συνήθειες όπως το κάπνισμα, τα ναρκωτικά και την κατάχρηση αλκοόλ και μειώνει τον κίνδυνο μελλοντικών προβλημάτων υγείας όπως ο διαβήτης,η παχυσαρκία και οι καρδιαγγειακές παθήσεις. Ωστόσο η εντατική άθληση (πρωταθλητισμός) μπορεί να προκαλέσει ποικίλες μορφολογικές ή λειτουργικές ανωμαλίες του μυοκαρδίου (γνωστές και ως «καρδιά αθλητή») ή να αποκαλύψει ασυμπτωματικές καρδιακές παθήσεις επικίνδυνες ακόμη και για τη ζωή. Ο κίνδυνος εμφάνισης σοβαρών αρρυθμιών ή αιφνίδιου θανάτου αυξάνει όταν συνυπάρχουν καρδιακές παθήσεις. Για τον ανωτέρω λόγο έχει καθιερωθεί παγκοσμίως ο προαθλητικός ιατρικός έλεγχος με σκοπό να ανιχνευθούν παθολογικές καταστάσεις, που δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή σε όλα τα ανταγωνιστικά αθλήματα” αναφέρει η κ.Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου
Πρόσθεσε δε ότι ο έλεγχος πρέπει να γίνεται 4-6 εβδομάδες πριν από την έναρξη της αθλητικής δραστηριότητας και να επαναλαμβάνεται κάθε 1-2 χρόνια. Θα πρέπει να περιλαμβάνει τη λήψη πλήρους ιστορικού (ατομικού και κληρονομικού) και πλήρη κλινική εξέταση με έμφαση στο κυκλοφορικό σύστημα. Ο εργαστηριακός έλεγχος δεν είναι απαραίτητος αν δεν υπάρχει κάποια υποκείμενη νόσος, εκτός από ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα.
“Η λεπτομερής λήψη ιστορικού (ατομικού και κληρονομικού) και η λεπτομερής κλινική εξέταση επαρκούν για την αναγνώριση ασθενών «υψηλού κινδύνου» για περαιτέρω έλεγχο από παιδοκαρδιολόγο. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δίνεται στην εμφάνιση νέων συμπτωμάτων και συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια της άσκησης” εξηγεί η κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου.
Κατά τη λήψη του ιστορικού ο γιατρός βλέπει το κληρονομικό ιστορικό, δηλαδή αν υπάρχει θετικό ιστορικό πρόωρου αιφνίδιου θανάτου (σε ηλικία μικρότερη των 30 χρόνων) ή κληρονομικών καρδιακών παθήσεων.
“Κατά τη λήψη του ατομικού ιστορικού εξετάζεται αν υπάρχει ιστορικό λήψης φαρμάκων για θεραπευτικούς λόγους ή για αύξηση των αθλητικών επιδόσεων (doping) όπως: Α) Αντιχολινεργικά φάρμακα, β-αποκλειστές, διουρητικά ή αποσυμφορητικά μπορούν να προκαλέσουν θερμοπληξία. Β) Οι β-αγωνιστές, οι μεθυλξανθίνες, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, οι μακρολίδες, τα αποσυμφορητικά (ψευδοεπινεφρίνη), η κοκαίνη και οι αμφεταμίνες ενοχοποιούνται για την πρόκληση αρρυθμιών. Επίσης ο γιατρός θα αναζητήσει συμπτώματα που μπορεί να σχετίζονται με καρδιολογικά αίτια, όπως μειωμένη αντοχή στην άσκηση, ζάλη ή λιποθυμία κατά την άθληση, προκάρδιο άλγος κατά την άθληση που υποχωρεί με τη διακοπή της, δύσπνοια ή αίσθημα παλμών, ιστορικό αρρυθμιών ή καρδιακών φυσημάτων. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίνεται στην εμφάνιση νέων συμπτωμάτων” αναφέρει η κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου.
Κατά την κλινική εξέταση αναζητούνται ενδεικτικά σημεία συστηματικών νόσων με καρδιακή συμμετοχή (πχ σύνδρομο Marfan). Επίσης κατά την κλινική εξέταση του κυκλοφορικού συστήματος θα πρέπει να γίνεται ακρόαση της καρδιάς (σε ύπτια και καθιστή θέση), ψηλάφηση της καρδιακής ώσης, των σφύξεων στις καρωτίδες και στις μηριαίες αρτηρίες και μέτρηση της αρτηριακής πίεσης.
Σύμφωνα με την κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου οι περιπτώσεις φυσημάτων για τις οποίες τα παιδιά θα πρέπει να παραπέμπονται σε παιδοκαρδιολόγο είναι: όλα τα συστολικά φυσήματα έντασης >3/6,όλα τα διαστολικά φυσήματα, όλα τα συνεχή φυσήματα (με εξαίρεση το αθώο φύσημα του φλεβικού βόμβου), η συνύπαρξη υψηλότερης αρτηριακής πίεσης σε ένα ή και τα δύο άνω άκρα σε σύγκριση με τα κάτω άκρα, το καρδιακό φύσημα με παθολογικό ηλεκτροκαρδιογράφημα και το κληρονομικό ιστορικό καρδιακής νόσου.
Αρρυθμίες και άσκηση
Κατά τη διάρκεια της άσκησης, όπως αναφέρει η κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου, αυξάνει η πιθανότητα εμφάνισης αρρυθμιών λόγω αυξημένης δραστηριότητας του συμπαθητικού νευρικού συστήματος. Ο κίνδυνος εμφάνισης σοβαρών αρρυθμιών και αιφνίδιου θανάτου είναι ιδιαίτερα αυξημένος όταν συνυπάρχουν καρδιακές παθήσεις.
“Συμπτώματα που πιθανόν σχετίζονται με αρρυθμίες είναι τα λιποθυμικά ή προλιποθυμικά επεισόδια και το αίσθημα παλμών. Καλοήθεις αρρυθμίες θεωρούνται η φλεβοκομβική βραδυκαρδία χωρίς συμπτώματα (επεισόδια ζάλης ή λιποθυμικά επεισόδια) και οι αραιές έκτακτες κολπικές συστολές. Οι έκτακτες κοιλιακές συστολές θεωρούνται καλοήθεις όταν παρατηρούνται σε ανατομικά φυσιολογική καρδιά, δεν είναι συχνές και υποχωρούν με την άσκηση. Αθλητές που εμφανίζουν συμπτώματα που σχετίζονται με καρδιακές αρρυθμίες πρέπει να διερευνώνται προσεκτικά πριν τη συμμετοχή τους σε ανταγωνιστικά αθλήματα, να θεραπεύονται και να ξεκινούν την άθληση 2-3 μήνες μετά τη διακοπή των συμπτωμάτων. Στους αθλητές με σοβαρές αρρυθμίες πρέπει να γίνεται πλήρης έλεγχος (ηλεκτροκαρδιογράφημα, ηχοκαρδιογράφημα, 24ωρο ηλεκτροκαρδιογράφημα και δοκιμασία κόπωσης). Άτομα που παίρνουν ορισμένα αντιαρρυθμικά φάρμακα όπως b-blockers απαγορεύεται να συμμετέχουν σε ανταγωνιστικά αθλήματα” εξηγεί η κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου.
Υπέρταση και άθληση
Η υπέρταση στους ενήλικες, σύμφωνα με την κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αιφνίδιου θανάτου και σοβαρών κοιλιακών αρρυθμιών κατά την άσκηση ενώ αντιθέτως η άσκηση έχει ωφέλιμες επιδράσεις σε νεαρά άτομα με μικρή αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Άτομα με σοβαρή υπέρταση (σταδίου 2) καθώς επίσης άτομα με υπερτροφία αριστερής κοιλίας ή συνυπάρχουσα καρδιοπάθεια αποκλείονται από υψηλής έντασης ανταγωνιστικά αθλήματα (πχ άρση βαρών, πάλη, κωπηλασία, δέκαθλο, τρίαθλο).
“Τα τελευταία χρόνια για να επιτραπεί η συμμετοχή σε ανταγωνιστικά αθλήματα είναι απαραίτητο κατά τον προαθλητικό έλεγχο να γίνει επιπλέον και ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα. Στα εντατικά αθλούμενα άτομα ενδέχεται να παρατηρηθούν ηλεκτροκαρδιογραφικές διαταραχές που οφείλονται στην «καρδιά αθλητή». Τα ηλεκτροκαρδιογραφικά ευρήματα των αθλητών πρόσφατα έχουν διακριθεί σε δύο κατηγορίες: 1) Τα συνήθη, τα οποία σχετίζονται με την άθληση και υποχωρούν με τη διακοπή της 2) Τα ασυνήθη, τα οποία δεν σχετίζονται με την άθληση και παρατηρούνται σε πολύ μικρό ποσοστό (<5% των αθλουμένων). Τα συνήθη ηλεκτροκαρδιογραφικά ευρήματα είναι: φλεβοκομβική βραδυκαρδία, 1ου βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός, ατελής αποκλεισμός δεξιού σκέλους, υψηλά δυναμικά QRS (ατελή κριτήρια υπερτροφίας αριστερής κοιλίας) και διαταραχές επαναπόλωσης (ανάσπαση του ST, υψηλά οξυκόρυφα T, διφασικά ή ανεστραμμένα T). Τα ασυνήθη ηλεκτροκαρδιογραφικά ευρήματα χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση και διακοπή της άθλησης μέχρι την ολοκλήρωση του ελέγχου” προσθέτει η κ. Παπαδοπούλου-Λεγμπέλου.