Η   Ε λ λ η ν ι κ ή   Φ ω ν ή   σ ε   5 5   γ λ ώ σ σ ε ς
   G r e e k   V o i c e   i n   5 5   l a n g u a g e s



Πάμε Σινεμά ; Οι ταινίες της εβδομάδας
 
ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΤΟΝΙΑ ΜΑΝΙΑΤΕΑ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
Θέατρο - Σινεμά    (click)   Μουσική    (click)  Αθλητισμός    (click)  Οικονομικά Θέματα    (click)
     




«Στέλιος Καζαντζίδης, τραύμα και συμβολική θεραπεία στο λαϊκό τραγούδι», ένα βιβλίο για τη φωνή- «φάρμακο»



Κείμενο Κώστας Μαρδάς

 Τη θεραπευτική δράση του καζαντζιδικού τραγουδιού στις πονεμένες ψυχές των Ελλήνων τη δεκαετία του '50 πραγματεύεται το βιβλίο «Στέλιος Καζαντζίδης, τραύμα και συμβολική θεραπεία στο λαϊκό τραγούδι», του Λεωνίδα Οικονόμου, ο οποίος διδάσκει Κοινωνική Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πατάκη.

    Σε 410 σελίδες ο μελετητής αναλύει τα τραγούδια για τη φτώχια, την αδικία, τη φυλακή, το θάνατο, την ξενιτιά, τη ψευτιά, την αχαριστία, παρουσιάζοντας την… αναλγητική επενέργεια των τραγουδιών που λειτούργησαν με τις λυπητερές μελωδίες και τους δραματικούς στίχους ως μία ομοιοπαθητική θεραπεία σε εποχές κατά τις οποίες σπάνιζε η προσφυγή σε ψυχολόγους...

   Η μελέτη επικεντρώνεται στην περίοδο 1952-67 οπότε ο τραγουδιστής ηγεμόνευε στο λαϊκό τραγούδι, κερδίζοντας τον θαυμασμό των φτωχών και των κατατρεγμένων του μετεμφυλιακού κράτους. Παραθέτοντας εκατοντάδες αποσπάσματα από τραγούδια θρήνου, όπως τα διδάχθηκε ο Καζαντζίδης από την τουρκόφωνη μοιρολογίστρα γιαγιά του, ξαναζωντανεύει την κοινωνική ηθογραφία μιας Ελλάδας πληγωμένης πολιτικά και ταξικά.

    Η φρασεολογία αυτής της πονεμένης αισθητικής, που έβγαινε από τα χείλη του, είναι ατέλειωτη. Σταχυολογούμε: Βαριά θλιμμένος, το πονεμένο μου κορμί, παλιοζωή, με έφαγαν οι αναστεναγμοί, στην αγάπη προδομένος, τα πικραμένα χείλη μου, θέλω να πεθάνω, λυπήσου πια το σώμα μου, κλαίω την καταδίκη μου, μοίρα με έχεις μισήσει, πολλά φαρμάκια, κοινωνία ένοχη, στης φυλακής την πόρτα, η μαύρη δυστυχία, μανούλα θα φύγω, αφήνω γεια στην μάνα μου, πικρό σαν δηλητήριο είναι το διαβατήριο, μέσα στους ξένους ξένος...

   Αυτό το ρεπερτόριο των βασάνων δεν είχε καμία σχέση με το μάρκετινγκ της εποχής , αλλά αποτελούσε βιωματικό υπόβαθρό του. Όπως διηγήθηκε στον προσωπικό του φίλο, ερευνητή του λαϊκού τραγουδιού, αξέχαστο σε όλους μας δημοσιογράφο Πάνο Γεραμάνη, την πρώτη πίκρα την πήρε καθώς είδε να γκρεμίζεται το σπίτι ενός τσιγγάνου στη Νέα Ιωνία κοντά στο φτωχικό του: «Όταν είδα το συνεργείο και παίρνουν φόρα καμιά δεκαριά χωροφύλακες και με σύνθημα χτυπούσαν το ντουβάρι από το χαμόσπιτο και το ρίξαν σε δέκα λεπτά, μέσα μου αναρωτήθηκα : γιατί τόση αδικία;». Χαρακτηριστικό της ιδιαιτερότητας του είναι η παρατήρηση του συγγραφέα ότι , παρά τις αριστερές πεποιθήσεις του- που της πλήρωσε υπηρετώντας τη θητεία του στο στρατόπεδο της Μακρονήσου- ο Καζαντζίδης, ακόμα και στο απόγειο της δόξας του, απέφυγε να πάρει ξεκάθαρη πολιτική θέση στα τραγούδια του, αρκούμενος  στις κοινωνικοπολιτικές αιχμές που γινόταν κατανοητές από τους ομοιοπαθείς ακροατές του.

   Και βέβαια σαν λαϊκός άνθρωπος ο Καζαντζίδης δεν απέφυγε τις καταναλωτικές σειρήνες, αφού στην εποχή των μεγάλων απολαβών του αγόρασε πολυτελές αυτοκίνητο, αλλά δεν έπαψε να υπερηφανεύεται για τις λαϊκές του ρίζες, κάνοντας παρέα -μέχρι και το τέλος της ζωής του- με ανθρώπους του μόχθου, σνομπάροντας την πλουτοκρατία.

   Ο Λεωνίδας Οικονόμου έχοντας ένα σοβαρό μελετητικό έργο σε ζητήματα αστικής ανθρωπολογίας και λαϊκού πολιτισμού, προχωρεί στέρεα θεωρητικά. Αφιερώνει το πρώτο κεφάλαιο στην πορεία του τραγουδιστή από τα παιδικά χρόνια μέχρι τη χρυσή εποχή της δισκογραφικής κυριαρχίας, τοποθετώντας τον στο μεταπολεμικό πλαίσιο και τον αναλύει μέχρι την αποχώρησή του από το πάλκο. Ακολούθως, ξετυλίγει το υφολογικό του στίγμα βάσει της μαύρης θεματογραφίας του : Καταστροφές και συμφορές, βιοπάλη και φτώχια, τραγούδια της φυλακής, αρετή, αδικία και μαρτύριο, θάνατοι και θρήνοι, τραγούδια της ξενιτιάς, εθνικά και πολιτικά τραγούδια. (Κατά τη διάρκεια της ελληνοτουρκικής κυπριακής κρίσης του 1964 ηχογράφησε το τραγούδι με τίτλο «Η Κύπρος είναι ελληνική» σε μουσική Μπάμπη Μπακάλη και στίχους Κώστα Βίρβου. «Κι αυτοί που σκοτωθήκανε να σώσουν τους συμμάχους / την Κύπρο να μας δώσετε φωνάζετε από τους τάφους»).

   Εισερχόμενος στο φωνητικό στυλ, ειδικά της πρώτης περιόδου, ο μελετητής τεκμηριώνει το λυγμικό ηχόχρωμα ως εξής: «Το κλάμα παράγεται με φωνητικές τεχνικές που περιλαμβάνουν: α) τον ένρινο τόνο που υιοθετείται σε ολόκληρα τραγούδια ή σε μεμονωμένες φράσεις και λέξεις β) την παρατεταμένη διάρκεια και το ιδιαίτερο μέλισμα ορισμένων συλλαβών γ) τις μουσικές εκφωνήσεις αααα και ααααχ δ) ένα μικρότερο ή εντονότερο λυγμό ή αναστεναγμό που αφήνεται να ξεσπάσει στο μέσο μιας λέξης ή σε ορισμένες καταλήξεις».

   Το βιβλίο- μελέτημα υπογραμμίζει ότι ο Καζαντζίδης επιτέλεσε αυτό που έκαναν κυρίως στην αγροτική Ελλάδα οι μοιρολογίστρες κατά τις τελετουργίες θρήνου, αποσκοπώντας όχι να εξορίσουν τον πόνο αλλά να τον εξημερώσουν. Στην περίπτωση του θρηνητικού Καζαντζίδη υπήρχε το ηθικό πλεονέκτημα μιας και ο ίδιος γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στην ορφάνια, στην προσφυγιά, στην αδικία και στην καταστροφή στην οποία όμως έδωσε το ήθος της χαρμολύπης.

   Στον επίλογο καταγράφονται μαρτυρίες θαυμαστών του που βοηθήθηκαν να απαλύνουν το πένθος βρίσκοντας παρηγοριά στη μαγική ηθική φωνή του. Πρόκειται για ένα βιβλίο - τομογραφία γύρω από τη θαυμαστή μετατροπή του ψυχικού πόνου σε περηφάνια, χάρη στο φαρμακευτικό σκεύασμα «Καζαντζίδης». Γραμμένο με ακαδημαϊκή μεθοδικότητα, αποφεύγει συνειδητά την κριτική στο είδωλο που ο κόσμος λάτρεψε ως «ιερή φιγούρα» και θεραπευτή. Ένα έργο για το φαρμακευτικό φαινόμενο που ενδείκνυται για πάσχοντες από αδικία, ξενιτειά και προδοσία. Φτάνει, βεβαίως, να χορηγείται σε σωστές δόσεις…

  

 



 

ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!

Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα στα ίδια μένουν... ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία». Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων - εραστών και της εξουσίας... ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του 80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης, σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο τόπος και εκείνη η γενιά. ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές «μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της ...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους, για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως της όποιας εκλογικής αναμέτρησης... ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που ...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων» ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει... ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους «τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...

Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας

Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>


 




Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία