Η βία των συμμοριών αναγκάζει χιλιάδες πολίτες της Ονδούρας να εγκαταλείπουν τις εστίες τους κάθε μήνα και να καταφεύγουν σε άλλες συνοικίες ή ακόμη και επαρχίες της κεντροαμερικανικής χώρας, ένα πρόβλημα το οποίο παραμένει στην αφάνεια, αλλά κλιμακώνεται, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR).
Η Ονδούρα είναι ένα από τα κράτη με τους υψηλότερους δείκτες ανθρωποκτονιών στον κόσμο. Εκτιμάται ότι τα ενεργά μέλη των συμμοριών, που εμπλέκονται σε πολέμους για εδάφη και επιρροή και σχεδόν καθημερινές ανταλλαγές πυρών με την αστυνομία, είναι περίπου 23.000.
Η Τεγκουσιγκάλπα, η πρωτεύουσα της Ονδούρας, όπως και η βιομηχανική πόλη Σαν Πέδρο Σούλα, έχουν τους υψηλότερους δείκτες ανθρωποκτονιών του κόσμου εξαιρουμένων μόνο εμπόλεμων ζωνών, κατά τους υπολογισμούς της Ύπατης Αρμοστείας.
Οι δύο πιο ισχυρές ένοπλες συμμορίες, ή μάρας όπως αποκαλούνται, η Calle 18 και η Mara Salvatrucha, διατηρούν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρες συνοικίες πόλεων.
«Ο αριθμός των ανθρώπων που φεύγουν για να σωθούν από τη βία μέσα στην Ονδούρα καταγράφει μόνιμη άνοδο από τον Δεκέμβριο του 2015», σύμφωνα με την UNHCR.
«Πολλοί από τους ανθρώπους αυτούς φεύγουν για να σωθούν από τη βία που τροφοδοτούν ο πόλεμος ανάμεσα στις μάρας, οι γενικευμένοι εκβιασμοί, οι απειλές, η εξαναγκαστική στρατολόγηση (σ.σ. στις συμμορίες), η σεξουαλική βία και η έλλειψη ασφάλειας γενικά», κατά την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Τον Μάιο περίπου 360 οικογένειες, ή τουλάχιστον 1.000 άνθρωποι, εγκατέλειψαν τα σπίτια τους εξαιτίας της βίας των συμμοριών μόνο σε μια συνοικία της πρωτεύουσας και αναζήτησαν καταφύγιο σε άλλες περιοχές της χώρας.
Η κυβέρνηση υπολογίζει πως ο αριθμός των εσωτερικά εκτοπισμένων προσώπων στην Ονδούρα εξαιτίας της βίας των συμμοριών ανήλθε μεταξύ του 2004 και του 2014 σε 174.000.
Η UNHCR ανέφερε ότι συνέδραμε 41 ανθρώπους που ξεριζώθηκαν εντός της Ονδούρας τους πρώτους πέντε μήνες της χρονιάς, έναν αριθμό διπλάσιο από το αντίστοιχο διάστημα του 2015, που όμως είναι πολύ μικρός σε σχέση με αυτόν των εκτοπισμένων.
«Το πρόβλημα είναι αόρατο, διότι οι περισσότεροι δεν αναφέρουν ότι εξαναγκάστηκαν να εκτοπιστούν εξαιτίας του φόβου ότι θα υποστούν αντίποινα», εξήγησε η Φραντσέσκα Φοντανίνι. «Πρόκειται απλά για την κορυφή του παγόβουνου», πρόσθεσε η ίδια.
ΚΡΥΜΜΕΝΟΙ ΣΕ ΠΑΡΑΓΚΟΥΠΟΛΕΙΣ
Οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τονίζουν ότι πολίτες αναγκάζονται συχνά να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους μέσα σε ελάχιστες ώρες, όταν απειλούνται από μέλη συμμοριών. Σε κάποιες περιπτώσεις μέλη συμμοριών προχωρούν σε εκβιασμούς για να αποσπάσουν χρήματα, σε άλλες απαιτούν τα παιδιά μιας οικογένειας να ενταχθούν στη μάρα στην οποία ανήκουν.
Πολλές οικογένειες συνήθως μετακομίζουν μέσα σε μια νύχτα σε άλλες συνοικίες της πόλης όπου ζουν—πάνε από την μια φτωχογειτονιά σε μιαν άλλη. Αυτό σημαίνει πως οι εσωτερικά εκτοπισμένοι είναι αθέατοι και δεν καταγράφονται με αυτή τους την ιδιότητα, επισημαίνει η UNHCR.
Άλλοι μετακινούνται σε διαφορετικές επαρχίες, ή αγροτικές περιοχές, συχνά φιλοξενούνται από συγγενείς ή φίλους μέχρι να βρουν στέγη να ενοικιάσουν.
Στον πόλεμο των συμμοριών έχουν μπλεχτεί επίσης σε πολλές περιπτώσεις μαθητές, αλλά και δάσκαλοι, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες.
Τις τελευταίες εβδομάδες, μη κυβερνητικές οργανώσεις ανέφεραν πως στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, υποβλήθηκαν πάνω από 100 αιτήσεις από γονείς που θέλουν να μετεγγραφούν τα παιδιά τους σε άλλα σχολεία στην Ονδούρα καθώς οι οικογένειές τους αντιμετώπισαν απειλές ή βία από μέρους συμμοριών.
Ο Τσαλόκα Μπεγιάνι, ο ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα των εσωτερικά εκτοπισμένων προσώπων, επισήμανε σε έκθεσή του τον Μάρτιο πως η κλίμακα του εκτοπισμού στην Ονδούρα είναι πρόδρομος δείκτης ενός κύματος μετανάστευσης.
Η UNHCR σημειώνει πως ο αριθμός των υπηκόων της Ονδούρας που ζητούν άσυλο σε άλλα κράτη της Λατινικής Αμερικής και των ΗΠΑ αυξάνεται.
Πάνω από 14.600 υπήκοοι της Ονδούρας ζήτησαν να τους χορηγηθεί καθεστώς πρόσφυγα το 2015, αριθμός σχεδόν διπλάσιος από εκείνον του 2014, κατά την Αρμοστεία.