|
| | | |
Διανύουμε τον «αιώνα της μοναξιάς»
Συνδέεται με παγκόσμιες εξελίξεις σε όλους τούς τομείς
Νέα Υόρκη.-
Ο αρθρογράφος Derek Thompson τής The Atlantic παρουσιάζει τη
σύγχρονη μετάβαση από το φαγητό έξω στο πακέτο για το σπίτι ως ένα από
τα συμπτώματα, ενδεχομένως και τα αίτια, μιας σύγχρονης τάσης προς την
απομόνωση. Μπορεί να τοποθετούμε αυτή τη μετάβαση στην εποχή της
πανδημίας -πράγματι, τότε επιταχύνθηκε για λόγους δημόσιας υγείας-
αλλά οι απαρχές της εντοπίζονται πολλά χρόνια νωρίτερα. Σύμφωνα,
συγκεκριμένα, με στατιστικά δεδομένα που παραθέτει ο Thompson, το
ποσοστό των Αμερικανών ενηλίκων που βγαίνουν για φαγητό έξω μειώθηκε
κατά 30% μέσα στα τελευταία 20 χρόνια.
Ακόμα και τα σπιτικά καλέσματα για φαγητό ή ποτό, για όσους ίσως δεν
έχουν την οικονομική δυνατότητα (πλέον) να βγαίνουν συχνά, βρίσκονται
σε πτώση. Από τα τέλη των 70s έως τα τέλη των 90s η συχνότητα των
συγκεντρώσεων στο σπίτι (είτε μιλάμε για δείπνα είτε για μπάρμπεκιου ή
πάρτι) μειώθηκε κατά 45%, βάσει στοιχειών που παραθέτει ο πολιτικός
επιστήμονας Robert Putnam, συγγραφέας του βιβλίου «Το Bowling Alone:
The Collapse and Revival of American Community».
Στα δικά μας, ο σεφ Άκης Πετρετζίκης, σε μια πρόσφατη συνέντευξη στο
Marie Claire, με αφορμή το νέο βιβλίο του «Ευκολάκι» (εκδ. Διόπτρα),
σχολίασε το φαινόμενο της αναστολής λειτουργίας πολλών εστιατορίων και
της στροφής του κόσμου στο takeaway και το delivery, που έγινε
ιδιαίτερα έντονο στη διάρκεια του lockdown: «Το φαγητό έξω ήταν
ανέκαθεν ένας τρόπος διασκέδασης για τον κόσμο. Στην πανδημία, αυτό
άλλαξε. Ο κόσμος άρχισε να παραγγέλνει περισσότερο στο σπίτι. Οπότε
σχεδόν όλα τα εστιατόρια και οι επιχειρηματίες της εστίασης έβαλαν την
επιλογή του delivery. Ακόμα και όταν βγήκαμε από την πανδημία, η
συγκεκριμένη συνήθεια παρέμεινε. Ο κόσμος συνεχίζει να τρώει σπίτι και
να βγαίνει λιγότερο στα εστιατόρια, στις ταβέρνες, στα μεζεδοπωλεία».
Ενώ η ψυχολόγος Καλλιόπη Εμμανουηλίδου στο βιβλίο της
«Ψυχο-γαστρονομία» (εκδ. Μεταίχμιο) μάς προσκαλεί να ξαναβρούμε τη
χαμένη απόλαυση του φαγητού και ως μέσου κοινωνικοποίησης, μεταξύ
άλλων προτείνοντάς μας μια κατηγορία συνταγών με τίτλο «φαγητό της
μοιρασιάς» (που κάνει και το μαγείρεμα και το γεύμα μια συντροφική
εμπειρία).
Φυσικά η μοναξιά δεν αποτυπώνεται μόνο στα εστιατόρια και στις
τραπεζαρίες των σπιτιών μας (ένα δωμάτιο που επίσης τείνει προς
εξαφάνιση). Εκφράζεται, και ευνοείται, ανάμεσα σε άλλα, από τις
εξελίξεις στη βιομηχανία του κινηματογράφου, που ενώ στις απαρχές της
πρότεινε τις σκοτεινές αίθουσες ως αποκλειστικό τρόπο απόλαυσης μιας
ταινίας, πλέον καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την κινηματογραφική
εκδοχή του «σπιτικού delivery», δηλαδή τις τηλεοπτικές πλατφόρμες.
Στην πραγματικότητα βέβαια οι μεγάλες οθόνες άρχισαν να χάνουν την
κυριαρχία τους ήδη από τότε που οι τηλεοράσεις έπαψαν να αποτελούν
είδος πολυτελείας και μπήκαν σε κάθε σπίτι. Για την ακρίβεια η
τηλεόραση αντικατέστησε, σε μεγάλο βαθμό, όχι μόνο τη σαββατιάτικη
έξοδο για σινεμά αλλά κάθε κοινωνική δραστηριότητα. Ήδη τη δεκαετία
του ‘90, όπως γράφει ο Thompson, τα ζευγάρια περνούσαν τετραπλάσιο
χρόνο παρακολουθώντας τηλεόραση παρά συζητώντας.
Υπήρξαν και άλλοι παράγοντες που προετοίμασαν το έδαφος για την έλευση
του λεγόμενου «αντικοινωνικού αιώνα» για τον οποίο μιλάει το άρθρο.
Όπως η αντικατάσταση των μέσων μαζικής μεταφοράς από το αυτοκίνητο,
αλλά και οι εξελίξεις στην αστική αρχιτεκτονική, που αφενός δίνει
έμφαση στην κατασκευή σπιτιών–φρούρια σχεδιασμένα έτσι ώστε να
προσφέρουν απόλυτη απομόνωση και να ενσωματώνουν τεράστιες οθόνες και
άλλες τεχνολογίες οικιακής ψυχαγωγίας, αφετέρου περιορίζει τους
κοινόχρηστους χώρους. Ειδικά στις λεγόμενες υποβαθμισμένες συνοικίες.
«Ούτε που θυμάμαι πόσες φορές έχω επισκεφτεί φτωχές γειτονιές μεγάλων
πόλεων και οι επικεφαλής των κοινοτήτων μού έχουν πει ότι οι νέοι δεν
έχουν πουθενά να πάνε, τίποτα να κάνουν. Θα ήθελα να δω την κυβέρνηση
να δημιουργεί κοινωνικές υποδομές για εφήβους, όπως αθλητικές
εγκαταστάσεις, δημοτικά κολυμβητήρια και βιβλιοθήκες, με την ίδια
δημιουργικότητα και γενναιοδωρία που διοχετεύουν οι εταιρείες στον
σχεδιασμό των video games» λέει ο κοινωνιολόγος Eric Klinenberg στο
The Atlantic.
Μάλλον όμως δεν υπάρχει πιο καθοριστικός παράγοντας από τα
smartphones. Σήμερα οι Αμερικανοί περνούν 2,5 μήνες τον χρόνο στο
κινητό τους, σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ο κοινωνικός ψυχολόγος
Jonathan Haidt, συγγραφέας του βιβλίου «The Anxious Generation», «Η
αγχωμένη γενιά». Ακόμα και οι έφηβοι και νέοι ενήλικες, που
παραδοσιακά η ζωή τους περιστρεφόταν γύρω από τις παρέες και τις
σχέσεις, γίνονται ανησυχητικά «σπιτόγατοι». Το ποσοστό εκείνων που
σχεδόν καθημερινά μετά το σχολείο βγαίνει έξω και συναντιέται με
φίλους έχει μειωθεί κατά 50% από τις αρχές των 90s.
Αυτό δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με τις ψηφιακές συσκευές και τα
social media -άλλοι παράγοντες μπορεί να είναι, για παράδειγμα, οι
αυξημένες σχολικές υποχρεώσεις, η έλλειψη κοινόχρηστων χώρων, η
οικονομική κρίση αλλά και η υπερπροστατευτικότητα των γονιών- όμως
κανένας ειδικός δεν αμφισβητεί τον ρόλο που παίζει και η τεχνολογία.
Μάλιστα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν μια επίφαση
κοινωνικοποίησης χωρίς να προσφέρουν όλα τα ψυχικά οφέλη της.
|
|
|
|
ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!
|
Όλα τριγύρω
αλλάζουνε και όλα
στα ίδια μένουν...
ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία».
Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με
την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια
έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την
αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να
την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων
- εραστών και της εξουσίας...
ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του
80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και
πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης,
σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα
το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής
μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε
θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο
τόπος και εκείνη η γενιά.
ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές
«μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις
ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον
περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που
χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών
ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα
ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της
...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που
βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι
στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους,
για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως
της όποιας εκλογικής αναμέτρησης...
ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν
δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον
από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία
επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα
κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν
υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική
σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική
εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι
σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που
ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι
πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που
...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων»
ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον
δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν
παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για
δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει...
ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια
και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και
γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που
είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την
δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του
Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής
τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι
περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους
«τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές
τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...
|
Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας
|
Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>
|
|
|
|
|