Η   Ε λ λ η ν ι κ ή   Φ ω ν ή   σ ε   5 5   γ λ ώ σ σ ε ς
   G r e e k   V o i c e   i n   5 5   l a n g u a g e s



Πάμε Σινεμά ; Οι ταινίες της εβδομάδας
 
ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΤΟΝΙΑ ΜΑΝΙΑΤΕΑ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
Θέατρο - Σινεμά    (click)   Μουσική    (click)  Αθλητισμός    (click)  Οικονομικά Θέματα    (click)
     




«Δεν ήθελα να τραγουδάω εκεί που σπάνε πιάτα και πετάνε λουλούδια» λέει η τραγουδίστρια Στέλλα Γκρέκα που επιστρέφει στα ενενήντα της χρόνια στη μουσική σκηνή του Badminton



Αθήνα - (Ανταπόκριση Φωτεινή Γιαννούλη)

Η Αθήνα του 1946, μια πόλη που μόλις είχε βγει από τον πόλεμο και βρισκόταν στις αρχές του εμφυλίου, περνούσε δειλά -δειλά από τον ρομαντισμό του Μεσοπολέμου, τα μουσικά θέατρα και τις σκηνές της αθηναϊκής επιθεώρησης, στους δίσκους των 78 στροφών, στα στούντιο της Ελληνικής ραδιοφωνίας και τις πρώτες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Το ταγκό και το βαλς διαδέχονταν το φοξ, η ρούμπα και η σάμπα. Τότε ήταν που μεσουράνησαν η Σοφία Βέμπο, η Δανάη, η Κούλα Νικολαϊδου, οι αδελφές Καλουτά και η Στέλλα Γκρέκα. Στο πλευρό τους οι σημαντικότεροι συνθέτες της εποχής, ο Αττίκ, ο Χαιρόπουλος, ο Σουγιούλ, ο Μωράκης και ο Γιαννίδης. Αν η μούσα του Αττίκ ήταν η Δανάη, μούσα του Χαιρόπουλου ήταν η Στέλλα Γκρέκα, μια από τις αντιπροσωπευτικότερες φωνές του ελαφρού τραγουδιού της εποχής εκείνης. Συναντήσαμε  την κ. Γκρέκα λίγες ημέρες πριν την συναυλία –αφιέρωμα που θα πραγματοποιηθεί με την συμμετοχή της στο θέατρο Badminton, στις 16 Δεκεμβρίου.

«Λάτρεψα τα τραγούδια του Χαιρόπουλου, ήταν δύσκολα, ήταν μελωδικά και είχαν έναν τέλειο συνδυασμό στίχου και μουσικής. Αγάπησα όμως πολύ και τα τραγούδια του Αττίκ, του Σουγιούλ και του Μωράκη. Το τραγούδι όμως δεν με ενδιέφερε ως επάγγελμα, δεν μου άρεσε ως επάγγελμα. Ποτέ δεν θα τραγουδούσα σε κέντρο, να σπάνε πιάτα και να μου πετάνε λουλούδια, δεν θα το δεχόμουν ποτέ», είπε  η Στέλλα Γκρέκα και συμπλήρωσε «ήμουν ερωτευμένη με τραγούδια ποιότητος, διότι μεγάλωσα σε μία οικογένεια που άκουγε όπερα, ο πατέρας μου, ο οποίος ήταν σκηνογράφος, λάτρευε τον Ροσσίνι. Μεγάλωσα με ωραία ποιοτική μουσική και ίσως γι' αυτό δεν ήθελα να γίνω τραγουδίστρια, το θεωρούσα λίγο ευτελές, γιατί ορισμένες τραγουδίστριες είχαν πραγματικά κατεβάσει το επίπεδο. Δεν θα έβγαινα ποτέ να τραγουδήσω με ένα «τσιτάκι». Είχα μια άλλη κουλτούρα, μου άρεσε ο Βάγκνερ, ο Ραβέλ ο Ντεμπυσσύ, μέθαγα όταν άκουγα Ντεμπυσσύ» .

Η Στέλλα Γκρέκα παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκο το 1942. Είναι ο άνθρωπος που μετά το χωρισμό τους, της έδωσε το όνομα Γκρέκα. «Το όνομα ήταν το ωραιότερο δώρο που μου έκανε ο Λάσκος. Όταν ήμασταν στα χωρίσματα, του είπα «ότι πρέπει να βρω ένα άλλο όνομα, δεν ήθελα ούτε το πατρικό μου, Λάσκαρη, ούτε το δικό του» και μου βρήκε το Γκρέκα που ήταν και ελληνοπρεπές αλλά και διεθνές. Ο Λάσκος με είχε απορρίψει ως τραγουδίστρια, με προόριζε για ηθοποιό. Όταν τραγουδούσα ρωτούσε την οικονόμο του σπιτιού, την Τιρολέζα Ελεωνόρα αν είμαι καλή και εκείνη του έκανε νόημα ότι δεν κάνω. Άλλωστε ο ίδιος δεν γνώριζε καθόλου από μουσική, όποτε πίστευε ότι δεν μπορώ να τραγουδήσω. Όταν γυρίζαμε την ταινία «Ραγισμένες καρδιές» έψαχνε να βρει κάποια για να τραγουδήσει, να με ντουμπλάρει, αλλά δεν έβρισκε. Μια ημέρα ο Φίνος που ήταν και κουμπάρος μας, μας είχε παντρέψει, μου λέει «κουμπαρούλα μου πάρε το μικρόφωνο να δούμε αν μπορείς να τραγουδήσεις, γιατί έχουμε καθυστερήσει πολύ το φιλμ». Όταν άρχισα να τραγουδάω, έρχεται με αγκαλιάζει και μου λέει «βρε θηρίο γιατί δεν μου λες ότι τραγουδάς», δεν με ήθελε ο Λάσκος του απαντώ. Μετά από αυτό κάνει την ταινία «Μαρίνα» με βάζει πρωταγωνίστρια, τραγουδάω το «Μαρίνα» και το βγάζω σε δίσκο. Μετά στην ταινία «Πρόσωπα λησμονημένα» τραγούδησα στη θέση της Μιράντας Μυράτ. Ο Φίνος με λάτρευε, με είχε εικόνα στο στούντιο του. Μετά τον Φίνο, ο Μιχάλης Σουγιούλ ήταν αυτός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία μου, με πήρε από το χέρι και με πήγε στη Columbia να υπογράψω συμβόλαιο».

Η μεγάλη ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη ήταν θαυμάστρια της Στέλλας Γκρέκα. «Πριν φύγω για την Αμερική, ο Λάσκος μου είχε ζητήσει να συμμετάσχω σε μία τιμητική γι' αυτόν εκδήλωση στο θέατρο «Αλκαζάρ». Είχε έρθει να με δει και η Κοτοπούλη. Είχε όμως τόσο κόσμο που δεν μπόρεσε να μπει. Αυτό με στεναχώρησε πολύ» σημείωσε η κ. Γκρέκα. Επίσης ο βασιλιάς Παύλος που την άκουγε στις ραδιοφωνικές εκπομπές της και θαύμαζε τη φωνή της έστειλε τον υπουργό Τουρισμού και ραδιοφωνίας Νικόλαο Μπαλτατζή -Μαυροκορδάτο που ήταν φίλος του, να την γνωρίσει και να την πάει στο φωτογράφο του παλατιού να την φωτογραφήσει. Αυτές οι φωτογραφίες γίνονταν εξώφυλλα στα περιοδικά ως το 1954 παρά το ότι η ίδια είχε φύγει για την Αμερική από το 1947.

Η Στέλλα Γκρέκα μέσα σε ένα χρόνο, με την δισκογραφία, τις ραδιοφωνικές εκπομπές και από τις δύο ταινίες που έκανε καταφέρνει να φτιάξει ένα μουσικό όνομα τόσο μεγάλο που άλλες τραγουδίστριες δούλεψαν πολύ για να το καταφέρουν. Η Αθήνα που είχε ανάγκη από ένα κοσμοπολίτικο αέρα, βρήκε στη Στέλλα Γκρέκα την φωνή που μπορούσε να ντύσει αυτή τη εικόνα.

Αναφερόμενη στο περιστατικό που την φέρει να αρνείται να τραγουδήσει την μεγάλη επιτυχία της εποχής τα «Δύο πράσινα μάτια με μπλε βλεφαρίδες» η κ. Γκρέκα είπε: «Ξαφνικά μου φέρνουν ένα τραγούδι που λέει: «Δύο πράσινα μάτια με μπλε βλεφαρίδες με έχουνε κάνει τρελό». Λέω αμέσως: αυτή τη σαχλαμάρα δεν τη λέω. Εκείνη την εποχή καμία γυναίκα δεν έβαφε μπλε τις βλεφαρίδες της. Εγώ που διάλεγα τα τραγούδια, διάλεγα τον στίχο να βγω να πω αυτή τη σαχλαμάρα; Και έτσι μου έμεινε σαν στίγμα ότι δεν θέλησα να το τραγουδήσω».

Διακριτική στην προσωπική της ζωή, μετά το χωρισμό της με τον Λάσκο και ενώ βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας της, εγκαταλείπει την Αθήνα για τη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο του 1947, όπου παντρεύεται τον εφοπλιστή Αυγερινό και αφήνει το τραγούδι. «Είχαν περάσει είκοσι χρόνια και δεν είχα ανοίξει το στόμα μου. Ήθελα να το ξεχάσω διότι είχα την οικογένειά μου, ήμουν απολύτως αφοσιωμένη στα παιδιά μου, είχα πολλές ευθύνες. Και δεν το μετάνιωσα που δεν ασχολήθηκα επαγγελματικά στη συνέχεια με το τραγούδι. Στην Αμερική τραγούδησα μαζί με τον Γούναρη μόνο για φιλανθρωπικούς σκοπούς» τόνισε η κ. Γκρέκα και συμπλήρωσε «Όταν έγινα 49 ετών, είχαν μεγαλώσει πια τα παιδιά μου και δεν είχα πολλές υποχρεώσεις και άρχισα μαθήματα κλασσικού τραγουδιού. Ήταν το ωραιότερο δώρο. Δεν ξέρω πως αισθάνεται κανείς όταν βγαίνει από ψυχίατρο αλλά εγώ όταν έβγαινα από το μάθημα πετούσα. Σε όσες οντισιόν πήγα με έπαιρναν αλλά εγώ στη συνέχεια δεν πήγαινα. Με πήρε το μεγαλύτερο πρακτορείο το William Morris, αλλά δεν πήγα. Δεν μου άρεσε η ιδέα να τραγουδήσω σε ένα night club. Όμως πήγαινα να δοκιμάσω γιατί ήθελα να νιώθω την ικανοποίηση ότι μπορούσα να τα καταφέρω, ότι με ήθελαν».

Μιλώντας για το σημερινό ελληνικό τραγούδι μας είπε ότι «και σήμερα υπάρχουν πολύ ωραία τραγούδια. Όμως πολλά είναι επηρεασμένα από τα ανατολίτικα τραγούδια. Τα παιδιά που είναι σήμερα σταρ είναι απόγονοι προσφύγων, έχουν μεγαλώσει με αυτή την κουλτούρα και γι' αυτό τραγουδούν ανατολίτικο τραγούδι, όπως ο Νταλάρας και η Αλεξίου. Μου αρέσει πολύ η Αλεξίου αλλά η προτίμησή μου είναι η Γαλάνη. Νομίζω ότι οι νέοι καλλιτέχνες δεν μπορούν να τραγουδήσουν τα τραγούδια της εποχής μου. Δεν μπορούν να μπουν στο πνεύμα της εποχής. Εγώ γεννήθηκα με τα τραγούδια του Αττίκ».

Αναφερόμενη στα δύσκολα χρόνια της κατοχής αλλά και τη σημερινή κατάσταση η κ. Γκρέκα είπε «Τα χρόνια εκείνα υπήρχε φοβερή πείνα, θυμάμαι η μητέρα μου είχε δώσει μια χρυσή λίρα για μία κονσέρβα. Το περάσαμε με αξιοπρέπεια και όταν περνούσε ένας φτωχός του δίναμε φαγητό. Υπήρξε πολύ μεγάλη φτώχια αλλά ξέραμε ότι μια μέρα θα φύγει ο Γερμανός, σήμερα δεν ξέρουμε τι θα γίνει, σαν να μην έχουμε κανένα όραμα και απλά λέμε «και μη χειρότερα».

Η Στέλλα Γκρέκα γνώρισε πριν περίπου 15 χρόνια την Καλλιόπη Βέτα, όταν την είδε στην τηλεόραση και αποφάσισε να της τηλεφωνήσει για να την συγχαρεί. «Την εκτιμώ και ως τραγουδίστρια αλλά και ως άνθρωπο. Μου ζήτησε να τους βοηθήσω να μπουν στο πνεύμα, για την παράσταση με τα τραγούδια του Αττίκ που έγινε το καλοκαίρι. Τότε μου είπε γιατί δεν έρχεστε και εσείς να τραγουδήσετε, αφού ακόμη μπορείτε. Και πήγα».

Όπως είπε ο καλλιτεχνικός διευθυντής της συναυλίας, Μιχάλης Κουμπιός, η Στέλλα Γκρέκα «έκανε και τις καρέκλες να κλάψουν, όχι μόνο τους θεατές. Όταν τραγούδησε το «Ζητάτε να σας πω» έκλαιγε ο κόσμος. Έτσι αποφασίσαμε να το επαναλάβουμε όμως με μεγαλύτερη συμμετοχή της κ. Γκρέκα».

Η παράσταση Κύκλος Συναυλιών «Τα πρόσωπα του Ελληνικού Τραγουδιού» θα πραγματοποιηθεί στο Θέατρο Badminton, τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου στις 20.30.

Τα τραγούδια από το ρεπερτόριο της μεγάλης Ελληνίδας τραγουδίστριας θα αποδώσει η Ορχήστρα Ποικίλης Μουσικής της Ένωσης Επτανησίων Ελλάδας με μαέστρο τον Παναγή Μπαρμπάτη και θα τραγουδήσουν οι: Καλλιόπη Βέττα, Μπάμπης Βελισσάριος, Ελένη Βουδουράκη, Άγγελος Παπαδημητρίου και η Στέλλα Γκρέκα. Συμμετέχουν χορευτές της ομάδας Pasion del Tango.

 

 



 

ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!

Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα στα ίδια μένουν... ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία». Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων - εραστών και της εξουσίας... ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του 80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης, σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο τόπος και εκείνη η γενιά. ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές «μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της ...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους, για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως της όποιας εκλογικής αναμέτρησης... ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που ...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων» ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει... ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους «τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...

Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας

Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>


 




Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία