ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΑΡΤΕΜΙΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
   

Ειδήσεις για όλους

 

Οι μάστορες της πέτρας, η καταγωγή τους και τα μπουλούκια

Τρίκαλα - (του Α Ζώη) - Μαρ/11. "Και αν δεν κερδίσουμεν χρήματα, τουλάχιστον είδαμε κόσμον...", συνήθιζαν να λένε οι μάστορες της πέτρας, οι λαϊκοί εκείνοι αρχιτέκτονες, άνθρωποι απλοϊκοί, που χωρίς επιστημονικές γνώσεις, αλλά πολλή ευφυία, κατόρθωναν να επιλύουν δύσκολα στατικά προβλήματα και να δημιουργούν με τα χέρια και την τέχνη τους μικρά ή μεγαλύτερα αριστουργήματα. Ποιοι ήταν, όμως, οι μάστορες της πέτρας που υπηρετούσαν τη λαϊκή αρχιτεκτονική; Οι πρωτομάστορες, όπως ονομάζονταν, εκτός από τις πρακτικές ανάγκες που εξυπηρετούσαν με το χτίσιμο διαφόρων οικοδομημάτων, εξυπηρετούσαν και την αισθητική. Σύμφωνα με στοιχεία εργασίας του εκπαιδευτικού Γιώργου Γκράσσου, είχαν έμφυτη την αρμονία και το μέτρο, όπως κάθε καλλιτέχνης, σέβονταν και υπολόγιζαν πάντα τη φύση. Είχαν σαν μέτρο τον άνθρωπο. Στην περίπτωση μάλιστα των γεφυριών, συμπλήρωναν την ομορφιά του τοπίου με το δικό τους δημιούργημα. Γι' αυτό, παρατηρούμε να μην είναι κανένα γεφύρι όμοιο με άλλο. Ακόμη και τα πιο μικρά έχουν καθένα τις ιδιαιτερότητες τους που τα καθιστούν μοναδικά, ενταγμένα με σεβασμό στο φυσικό τους περιβάλλον. Η καταγωγή αυτών των φημισμένων μαστόρων της πέτρας ήταν από συγκεκριμένες περιοχές κυρίως της ηπειρωτικής και λιγότερο της νησιωτικής Ελλάδας. Τα μαστοροχώρια γύρω από το όρος Γράμμος και τον ποταμό Σαραντάπορο: Πυρσόγιαννη, Βούρμπιανη, Χιονιάδες, Πύργος (Στράτσιανη), Καστάνιανη, Δροσοπηγή (Κάντσικο), Πλαγιά (Ζέρμια), Ασημοχώρι, Κεράσοβο, Μάλιστα, Γαναδιό, κ.ά. Τα μαστοροχώρια των Τζουμέρκων: Πράμαντα, Αγναντα, Ραφταναίοι και τα Χουλιαροχώρια: Χουλιαράδες, Μιχαλίτσι, Βεσταβέτσι κ.α. στα νότια των Ιωαννίνων. Τα μαστοροχώρια της Δυτ. Μακεδονίας στην περιοχή Βοΐου Κοζάνης: Πεντάλοφος (Ζουπάνι), Βυθός, Αυγερινός και στα δυτικά του Ν. Γρεβενών: το Δίλοφο, το Δασύλλιο, η Καλλονή, ο Aγιος Κοσμάς, κ.ά. Ξακουστοί είναι και οι μάστορες από τα Λαγκάδια Αρκαδίας και οι δουλγέρηδες στη Θράκη. Οι μάστορες της Ηπείρου και ιδίως οι των μαστοροχωριών της Κονίτσης δεν είναι απλώς μάστορες, σύμφωνα με τον ερευνητή, αλλά πρακτικοί μηχανικοί και αρχιτέκτονες, πραγματικοί δημιουργοί. Χωρίς την παραμικρή γνώση, μάστορες της Κονίτσης, των Χουλιαροχωρίων και των Τζουμέρκων κατασκεύασαν άλλοτε ωραίες γέφυρες με παράτολμα τόξα, έκτισαν εξόχου αρχιτεκτονικής ναούς και ωραία κτίρια και διαφύλαξαν την παλιά, βυζαντινή, αρχιτεκτονική παράδοση. Το πρακτικό πνεύμα, το οποίο τους χαρακτηρίζει, η παρατηρητικότητα, η φιλεργία και η υπομονή, η κατάλληλη χρησιμοποίηση των υλικών αποδεικνύουν ότι οι μάστορες της Ηπείρου έχουν μακρά κι ένδοξη παράδοση.

Η οργάνωση των μαστόρων σε μπουλούκια

Οι μάστορες ήταν οργανωμένοι σε ομάδες ή μπουλούκια ή νταϊφαδες, ή τσούρμο, ή ισνάφια ή συντεχνίες, που όμως ήταν πολύ μικρότερες σε αριθμό ατόμων και είχαν εντελώς διαφορετική δομή και τρόπο διοίκησης από τις ισχυρές επαγγελματικές συντεχνίες των Ιωαννίνων. Αυτές οι ομάδες ήταν εποχιακές. Διαρκούσαν από την άνοιξη ως το χειμώνα, που τελείωνε λόγω καιρού και η εργασία τους, για να οργανωθούν ξανά την επόμενη άνοιξη κ.ο.κ. Δεν υπήρχαν γραπτές συμβάσεις εργασίας, διότι οι περισσότεροι ήταν αγράμματοι. Συμβόλαιο ήταν ο λόγος του πρωτομάστορα. Ζούσαν κοινοβιακά και την αμοιβή τους την καθόριζε ο πρωτομάστορας, ανάλογα με την αξία τους. Τα μπουλούκια αποτελούνταν συνήθως από αδερφοξάδερφα του πρωτομάστορα και όταν δε συμπλήρωναν και περίσσευε θέση, τότε έπαιρναν και κάποιον άλλο, ο οποίος δεν είχε συγγένεια με τους υπόλοιπους, αλλά κατάγονταν από το ίδιο χωριό. Σπάνια συμμετείχε κάποιος από άλλο χωριό. Αν καμιά φορά τύχαινε να πάρουν μαζί τους κανένα παιδί από διπλανό χωριό, τότε τον έβαζαν να κάνει μόνο βοηθητικές δουλειές, όπως να κουβαλάει πέτρες απ' το νταμάρι, να φτιάχνει και νά κουβαλάει λάσπη και να βόσκει τα ζώα εργασίας στα χέρσα λιβάδια το βράδυ. Στα τέλη του χειμώνα, τα μπουλούκια των μαστόρων ετοιμάζονταν να φύγουν για τα ξένα. Η μέρα για την αναχώρηση ήταν η Τετάρτη, μετά την Καθαρά Δευτέρα, ή αργότερα κοντά στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου. Όλο το καλοκαίρι δούλευαν σκληρά, στην ξενιτιά, και αφού ολοκλήρωναν τις προσυμφωνημένες εργασίες, έπαιρναν το δρόμο της επιστροφής, αργά το φθινόπωρο, κοντά στην εορτή του Αγίου Δημητρίου. Οι γιορτές των δύο καβαλάρηδων αγίων λειτουργούσαν ως τα κύρια χρονικά όρια για την αναχώρηση και την επιστροφή στο χωριό. Ο νέος που θα πρωτοταξίδευε τύχαινε ιδιαίτερης φροντίδας, αφού μερικοί συγγενείς του έδιναν διάφορα νομίσματα και οι γυναίκες του έδιναν κυδώνια η μήλα για το δρόμο. Τέλος, στο κατώφλι της εξώπορτας του έβαζαν ένα νόμισμα που έπρεπε να δρασκελίσει και να περάσει φεύγοντας για να είναι ο δρόμος στρωμένος με χρυσό. Για το μάστορα, έβαζαν στην πόρτα ένα κλωνάρι κρανιάς μέσα σ' ένα γκιούμι και δίπλα το θυμιατό. Μόλις ο μάστορας έφτανε στην πόρτα, κλωτσούσε το γκιούμι, ώστε έτσι γρήγορα που χύνεται το νερό, να γυρίσει κι αυτός γρήγορα. Την κρανιά την έβαζαν για να μείνει γερός σαν την κρανιά στην ξενιτιά και το θυμιατό για να φύγουν οι δαίμονες-εμπόδια από το δρόμο του. Η αξία της τέχνης των μαστόρων αυτών και ο θαυμασμός για τα πέτρινα κομψοτεχνήματα σύντομα ξεπέρασαν τα όρια της Βαλκανικής γι' αυτό συναντάμε Έλληνες μάστορες της πέτρας στα παράλια της Τουρκίας, την Κωνσταντινούπολη, τη Γαλλία, τη Ρωσία, την Περσία, την Αίγυπτο, το Σουδάν, την Αιθιοπία, το Κονγκό και τις Η.Π.Α.

Το παρακάτω ευτράπελο γεγονός μαρτυρεί την ευρύτατη εξάπλωση της φήμης των μαστόρων της Πυρσόγιαννης:

Κατά τη χειροτονία ενός υποψήφιου παπά, ρωτάει ο Δεσπότης-εξεταστής:

- Ποιος έχτισε τον κόσμο;

- Οι Πυρσογιαννίτες, Δέσποτα μου, βοήθησαν όμως κι οι Βουρμπιανίτες, κουβαλώντας τη λάσπη, απάντησε ο φουκαράς.

Τα μπουλούκια των μαστόρων εκείνα τα χρόνια, κοντά στο 1935, είχαν λιγοστέψει. Είχε σπάσει το παλιό, δεν έβγαζαν λεφτά. Λιγόστεψαν και οι καλοί πελεκάνοι. "Σαν να πούμε, στέρεψε η πηγή", εξηγεί ο εκπαιδευτικός. Από εκεί κι ύστερα κανένας δεν έμαθε πελέκημα. Μόνο μπετά και καλούπια ξέρουν οι καινούριοι μάστοροι. Στα χαμένα, δεν είναι τέχνη τα τσιμέντα. Τότε που λες, και με το Μεταξά ύστερα, χάλασαν τα μπουλούκια, χάλασε και η τέχνη κι άρχισε ο καθένας να δουλεύει για πάρτη του. (Αφήγηση του μάστορα Τάκη Γκουντή, 1974, Περιοδικό Αρμολόι). Πράγματι, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα μπουλούκια των μαστόρων έπαψαν να υπάρχουν. Έτσι, ο πρωτομάστορας εξελίχθηκε τις περισσότερες φορές σε εργολάβο οικοδομικών εργασιών, που αναλαμβάνει την εκτέλεση οικοδομικών έργων. Οι μάστορες, από συνεταίροι που ήταν στο μπουλούκι, έγιναν μισθωτοί εργάτες, οικοδόμοι. Μ' άλλα λόγια έχουν ενταχθεί στην κοινωνική πραγματικότητα της εποχής μας.

Οι ειδικότητες των μαστόρων

Το μπουλούκι λειτουργούσε σε συνεταιριστική βάση με πρώτο, μεταξύ ίσων, τον πρωτομάστορα, ο οποίος είχε την ευθύνη για την ανεύρεση εργασίας, για τη σύναψη συμβολαίων και για την οικονομική διαχείριση των εσόδων και των εξόδων. Η σύνθεση του μπουλουκιού ήταν σχεδόν η ίδια σε όλα τα μαστοροχώρια και αποτελείται από δύο έμπειρους πελεκάνους, από τους οποίους ο ένας ήταν ο πρωτομάστορας ή κάλφας. Αυτοί συνήθως ήταν οι πιο καλοπληρωμένοι τεχνίτες του μπουλουκιού. Επίσης, στο μπουλούκι συμμετείχαν δύο καλοί κτίστες που έκτιζαν το έξω μέρος των τοίχων, έχτιζαν τα καμαρολίθια και τους γωνιόλιθους σε θύρες και παράθυρα, και έκαναν καλό αρμολόι με το μυστρί. Αλλά και από δύο κλειδοσάδες, δηλαδή κτίστες με λιγότερες ικανότητες, που έκτιζαν το μέσα μέρος των τοίχων και έκαναν απλό μύστρισμα. Όπως και από δύο νταμαρτζήδες, που ήταν υπεύθυνοι για την εξόρυξη των πετρωμάτων και μετά: τις εργασίες τους στο νταμόχρι, βοηθούσαν στο εσωτερικό χτίσιμο και στη λάσπη. Επίσης, στο μπουλούκι υπήρχε ένας λασπιτζής που έφτιαχνε το ασβεστοκονιάμα, ένας μαραγκός, που έφτιαχνε τα ξύλα για τον ξυλότυπο, τη στέγη και τα κουφώματα, ένας ξυλόγλυπτης (=ταγιαδώρος) για την ξυλόγλυπτη διακόσμηση και ένας - δύο παραγιοί, που ήταν οι μαθητευόμενοι μάστορες κ.ά.

<< Πίσω


 
 
Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία