ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΑΡΤΕΜΙΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
   

Ειδήσεις για όλους

 

Ο ελληνισμός της Κριμαίας σε νέα άνθιση

Κίεβο - Απρ/12. Τη ζωντάνια και τη δημιουργικότητα του ελληνισμού της Κριμαίας, αποκάλυψε ένα ταξίδι στη Συμφερούπολη, την πρωτεύουσα της ουκρανικής χερσονήσου, με αφορμή την επέτειο των 20 χρόνων από την ίδρυση της Έδρας Ελληνικής Φιλολογίας στο Ταυρικό Εθνικό Πανεπιστήμιο Β. Ι. Βερνάντσκι. Η Έδρα λειτουργεί από τον Μάιο του 1992, στο πλαίσιο της Σχολής Ξένης Φιλολογίας του Ταυρικού Εθνικού Πανεπιστημίου, και έχει ως σκοπό τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού στην περιοχή της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας, που διαθέτει δικό της κοινοβούλιο, πρωθυπουργό και κυβέρνηση, αλλά ανήκει στην Ουκρανία. Η διάρκεια των σπουδών στην Έδρα Ελληνικής Φιλολογίας είναι πέντε έτη (δέκα εξάμηνα) και ο αριθμός των φοιτητών για όλα τα έτη φτάνει τους εκατό. Κάθε χρόνο, το ουκρανικό κράτος παρέχει δέκα υποτροφίες για την Έδρα (όσοι δεν αποκτούν υποτροφία, εγγράφονται και σπουδάζουν στο Ταυρικό Εθνικό Πανεπιστήμιο με πληρωμή). Τα μαθήματα παρακολουθούν Ουκρανοί, αλλά και 'Ελληνες φοιτητές ενώ ανάμικτο είναι και το διδακτικό προσωπικό (Εντουάρντ Ισάγεβ, Λεωνίδας Παβλένκο, Όλγα Αλεξάνδροβα, Μαξίμ Νόρετς, Λίλια Μπάναχ, Σωκράτης Λαζαρίδης, Αλέξανδρος Γεωργιάδης, Αικατερίνη Αναστασιάδη, Σβετλάνα Αντριούχινα και Παύλος Παπαδόπουλος). Μιλώντας με τους ανθρώπους, που εμψυχώνουν την Έδρα Ελληνικής Φιλολογίας στο Ταυρικό Εθνικό Πανεπιστήμιο (διδακτικό προσωπικό και φοιτητές), εκείνο που διαπιστώνει αμέσως κανείς είναι η προσήλωση και ο ενθουσιασμός με τον οποίο υπηρετούν την επιστήμη τους. Η Έδρα έχει αναπτύξει σχέσεις με τα τμήματα νεοελληνικών σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπως και με το Εθνικό Πανεπιστήμιο Σεβτσένκο του Κιέβου και το Κρατικό Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ της Μόσχας. Κάθε χρόνο 15 έως 20 φοιτητές και καθηγητές της Έδρας Ελληνικής Φιλολογίας επισκέπτονται την Ελλάδα, παίρνοντας μέρος σε ποικίλα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά προγράμματα ενώ οι διδάσκοντες έχουν την ευκαιρία να ασχοληθούν και με την έρευνα σε διάφορα ελληνικά πανεπιστήμια. Σημειώνεται πως το επιστημονικό προσωπικό της Έδρας έχει εκπονήσει σειρά διδακτικών εγχειριδίων που χρησιμοποιούνται σε πανεπιστημιακά ιδρύματα της Ουκρανίας και της Ρωσίας. Ανάμεσα στα μαθήματα που διδάσκονται στο Εθνικό Ταυρικό Πανεπιστήμιο της Συμφερούπολης είναι η ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η γλωσσολογία, όπως και η φωνολογία, η λεξικολογία και η φωνητική των νεοελληνικών. Η ελληνομάθεια ενισχύθηκε στην Κριμαία από το 1999, με την ίδρυση του Ταυρικού Κέντρου Ελληνικών Σπουδών «Ελπίδα», που όπως λέει ο πρόεδρός του Σ. Λαζαρίδης (επίκουρος καθηγητής στην Έδρα Ελληνικής Φιλολογίας), δραστηριοποιείται μέσω της διοργάνωσης παιδικών κατασκηνώσεων και μαθητικών Ολυμπιάδων, προσφέροντας παράλληλα μαθήματα νεοελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, ιστορίας των Ελλήνων της Ουκρανίας, όπως και ελληνικών χορών και ελληνικής λαογραφίας. Σε ανάλογες δραστηριότητες επιδίδονται η Ομοσπονδία των Ελλήνων της Κριμαίας και το Πολιτιστικό Λαογραφικό Κέντρο Καρατσόλ. Περισσότερα από 500 παιδιά όχι μόνο ελληνικής καταγωγής, αλλά και άλλων εθνοτήτων μαθαίνουν τα ελληνικά στα σχολεία της Κριμαίας. Την εκπαιδευτική αυτή άνθιση συνοδεύουν η πραγματοποίηση ελληνικών φεστιβάλ, η έκδοση ελληνικών εφημερίδων και η παραγωγή ελληνικών τηλεοπτικών προγραμμάτων. Πώς εξηγείται η ενδυνάμωση του ελληνισμού της Κριμαίας; Το 1944, λίγο μετά τους Γερμανούς και τους Τατάρους, περίπου 20.000 Έλληνες, μαζί με Αρμενίους και Βουλγάρους, εξορίστηκαν από την Κριμαία στα Ουράλια Όρη, στο Καζακστάν και στο Ουζμπεκιστάν. Το σταλινικό καθεστώς ήθελε να εκκενώσει τη χερσόνησο από τους μη ρωσικούς πληθυσμούς και η μετακίνησή τους έγινε με εξαιρετικά βίαιο τρόπο. Οι Έλληνες άρχισαν να επιστρέφουν στην Κριμαία μόνο μετά το 1980, αλλά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 πολλοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν και πάλι στην εξορία -αυτή τη φορά οικειοθελώς- λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης (δεν είναι λίγοι εκείνοι που κατέληξαν στην Ελλάδα). Παρόλα αυτά, τα τελευταία δέκα χρόνια οι Έλληνες άρχισαν να ριζώνουν εκ νέου στην Κριμαία. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία, το 2001 στην Κριμαία ζούσαν πάνω από 3.00Ο Έλληνες. Σήμερα ελληνικές κοινότητες υπάρχουν στις περισσότερες κριμαϊκές πόλεις, όπως και στα χωριά Τσερνοπόλιε, Σαντόβοε, Λουγκοβόε, Ντόμπροε και Πιονέρσκοε. Στα προάστια της Συμφερούπολης (το όνομά της εισηγήθηκε στην Αικατερίνη τη Μεγάλη Αικατερίνη ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο οποίος πρωτοστάτησε τον 18ο αιώνα, μαζί με τον Νικηφόρο Θεοτόκη, στη σύσταση της ελληνικής παροικίας) έχουν μεγαλώσει οι συνοικίες Ακρόπολις και Πόντος, τα ελληνικά μιλιούνται από ολοένα και περισσότερο κόσμο και κατά μήκος της οδικής γραμμής που συνδέει τη Συμφερούπολη με τη Γιάλτα παρουσιάζεται οικοδομικός οργασμός με θεαματική ελληνική συμμετοχή. H ιστορία, βέβαια, των Ελλήνων στην κριμαϊκή χερσόνησο είναι πολύ παλιά. Ξεκινάει από τις αποικίες της αρχαιότητας, όταν Ίωνες και Δωριείς, προερχόμενοι κυρίως από τα μικρασιατικά παράλια, άρχισαν κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα να διαπλέουν τον Εύξεινο Πόντο, αναζητώντας καινούργια εδάφη. Οι Έλληνες ονόμασαν την Κριμαία "Ταυρική" (ας θυμηθούμε την "Ιφιγένεια εν Ταύροις" του Ευριπίδη) και άφησαν το αρχιτεκτονικό τους αποτύπωμα στην πόλη της Χερσονήσου, της οποίας τα ερείπια δεσπόζουν σήμερα στην είσοδο του λιμανιού της Σεβαστούπολης. Με τον εκχριστιανισμό της Κριμαίας κατά τον 3ο μ.Χ. αιώνα το Βυζάντιο επέβαλε την ελληνική γλώσσα ως γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ όλων των κριμαϊκών λαών. Ακολούθησε στις αρχές του 14ου αιώνα η δημιουργία του ελληνικού πριγκιπάτου των Θεοδώρων, που εντάχθηκε αργότερα στις κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1780 οι Έλληνες ίδρυσαν στην Αζοφική Θάλασσα τη Μαριούπολη ενώ πέντε χρόνια νωρίτερα Έλληνες από το Ιόνιο, το Αιγαίο, την Πελοπόννησο και τη Βόρεια Ελλάδα εγκαταστάθηκαν στο Κερτς και στο Ενί Καλέ. Ήταν οι Έλληνες που πολέμησαν μαζί με τα ρωσικά στρατεύματα εναντίον του στρατού του Σουλτάνου. Από το 1829 μέχρι το 1919 οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν, άλλοτε ως παλιννοστούντες και άλλοτε ως πρόσφυγες και μετανάστες, στη Σεβαστούπολη, τη Θεοδοσία, τη Συμφερούπολη, την Αλούστα και τη Γιάλτα, κάνοντας τις πιο διαφορετικές δουλειές: από ναυτικοί, ψαράδες, αμπελουργοί, καπνοπαραγωγοί και μικρέμποροι μέχρι οικοδόμοι, αρτοποιοί, μπακάληδες και ράφτες. Όταν ξέσπασε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Έλληνες αγωνίστηκαν κατά των Γερμανών ενώ αρκετοί έγιναν και αντάρτες. Ένα ολόκληρο ελληνικό χωριό, το Λάκι, πυρπολήθηκε γιατί προσέφερε βοήθεια στους αντάρτες. Σήμερα στη θέση του βρίσκεται ένα σεμνό επιτάφιο μνημείο.

<< Πίσω


 
 
Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία